Το BookSitting διάβασε το νέο μυθιστόρημα της Μάρτυς Λάμπρου, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Κέδρος, και γράφει την άποψή του.
Γράφει η Αλεξία Καλογεροπούλου
Ένα ταξίδι, καθόλου σπάνια, οδηγεί σε βαθύτερες εσωτερικές αλλαγές, ιδίως όταν είμαστε έτοιμοι για αυτές. Πόσω μάλλον όταν βρίσκεται κανείς στην περίοδο της εφηβείας, όπως η Σωτηρία, η κεντρική ηρωίδα στο βιβλίο της Μάρτυς Λάμπρου, Με λυμένο χειρόφρενο, που τιμήθηκε με το Βραβείο Μυθιστορήματος του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών για το 2014. Ένα τρυφερό μυθιστόρημα που πραγματεύεται τα απαιτητικά, από κάθε άποψη, χρόνια που μεσολαβούν από την «πρώτη» εφηβεία μέχρι την ενηλικίωση.
Η Σωτηρία, στα δώδεκά της χρόνια, κάνει το πρώτο της ταξίδι στην Ευρώπη με μάλλον ασυνήθιστο τρόπο: ως συνοδηγός σε ένα από τα επαγγελματικά ταξίδια με την νταλίκα του πατέρα της, Στράτου.
Το ταξίδι αυτό αποτελεί μια καλή ευκαιρία για να γνωρίσει καλύτερα τον πατέρα της, τον οποίο έβλεπε ελάχιστα τα προηγούμενα χρόνια, αφού εκείνος ταξίδευε συνεχώς, αλλά και μια αφορμή για να κάνει την υπέρβασή της, να «ανοίξει τα φτερά της» πέρα από το γνώριμο κόσμο της γειτονιάς της, μιας «κλασικής» γειτονιάς της ελληνικής επαρχίας, κάπου στις αρχές της δεκαετίας του 1980.
Με αφετηρία λοιπόν το χωματόδρομο του σπιτιού της στη Λιβαδειά, η Σωτηρία, που ο πατέρας της τη φωνάζει «Σωτήρη» και εκείνη θέλει να τη φωνάζουν «Σώτη», ανοίγεται στις εθνικές οδούς αρχικά της Ιταλίας, ύστερα της Ρουμανίας, της Τουρκίας και αργότερα της Μέσης Ανατολής, όπου ο πατέρας της τη μυεί στον «έξω», στον ανοίκειο κόσμο, μακριά από την προστατευτική, και κάποιες φορές ασφυκτική, αγκαλιά της μητέρας της, Παναγιώτας.
Οι συνθήκες δύσκολες, ο δρόμος απρόβλεπτος, ενίοτε επικίνδυνος αλλά και ευχάριστος, προσφέρει μια αίσθηση ελευθερίας και περιπέτειας που τόσο αγαπά η Σωτηρία. «Είναι ωραίο να φεύγω» φωνάζει μεσοπέλαγα, πάνω στο πλοίο με προορισμό την Ιταλία.
Εκεί, στο δρόμο, έρχεται αντιμέτωπη με τον κίνδυνο, γνωρίζει τον έρωτα, βιώνει την απώλεια, αντιμετωπίζει τον παραλογισμό και την επιθετικότητα των ανθρώπων και τελικά μαθαίνει να επιβιώνει σε δύσκολες συνθήκες με μέντορα τον Στράτο, αλλά κυρίως με όχημα το δικό της βίωμα.
Μέσα από τις πρωτόγνωρες εμπειρίες που της προσφέρει το ταξίδι κατορθώνει να συμφιλιωθεί με το παρελθόν και να κατανοήσει ό,τι δυσκολευόταν να καταλάβει στα παιδικά της χρόνια. Τα τραγικά γεγονότα του εμφυλίου που σημάδεψαν την οικογένειά της γίνονται πλέον μια παρελθοντική αφήγηση χωρίς ισχυρή επιρροή στο παρόν.
Σε κάθε της ταξίδι κατακτά όλο και περισσότερο, σχεδόν αβίαστα, την αυτογνωσία μέχρι που στο τελευταίο ταξίδι που κάνει στο πλευρό του πατέρα της, νιώθει πια ότι ενηλικιώθηκε. Και βρίσκει τη δύναμη να πιάσει με τόλμη στα χέρια της το τιμόνι της νταλίκας (και της ζωής της) για να ξεκουράσει τον, άρρωστο πλέον, πατέρα της.
Η ζωή απλώνεται πια μπροστά της σαν ένας δρόμος, με τις στροφές και τις ευθείες του, τις ανηφοριές και τις κατηφοριές του, τις ασχήμιες και τις ομορφιές του και τις αναπάντεχες (καλές και κακές) εκπλήξεις του.
Σε κάθε σελίδα του βιβλίου, ο αναγνώστης νιώθει συνεπιβάτης και ο ίδιος στο ιδιότυπο ταξίδι. Παρακολουθεί μέσα από το κουβούκλιο της νταλίκας τη ζωή στους δρόμους, τα τεχνάσματα που επινοεί ο Στράτος για να ξεφύγει από το νόμο κάθε φορά που διαπράττει κάποιο μικροπαράπτωμα, τις καθυστερήσεις στα τελωνεία και στα λιμάνια, τα αναπάντεχα προβλήματα.
Η αφήγηση διατηρεί ομαλή ροή και σταθερό ρυθμό χωρίς να γίνεται βαρετή. Οι ήρωες μοιάζουν αληθινοί, πρόσωπα που συναντά κανείς και στην πραγματική ζωή. Η γλώσσα, ισορροπημένη, λιτή, χωρίς περιττά στοιχεία και αναίτιες εξάρσεις, είναι ιδιαίτερα ζωντανή και βοηθά τον αναγνώστη να πλάσει με ευκολία αμέτρητες εικόνες στη φαντασία του. Οι γκρίζες εθνικές οδοί, οι δρόμοι των πόλεων, τα χρώματα του ουρανού την ώρα που ο ήλιος βασιλεύει, τα αστέρια που λάμπουν στο νυχτερινό ουρανό μοιάζουν να ζωντανεύουν από παράγραφο σε παράγραφο. Οι θόρυβοι από τα κορναρίσματα και την αδιάκοπη κίνηση των λιμανιών και των τελωνείων, ο ήχος από τα λάστιχα της νταλίκας που κινείται στο δρόμο αλλά και το ηχόχρωμα της φωνής του Στράτου, που μιλά με την αργκό των νταλικέρηδων, αντηχούν στα αυτιά του αναγνώστη, και οι μυρωδιές, που περιγράφει εύγλωττα η συγγραφέας, σχεδόν φτάνουν στα ρουθούνια του.
Το Με λυμένο χειρόφρενο είναι, κατά τη γνώμη μου, ένα ασυνήθιστο, τρυφερό μυθιστόρημα ενηλικίωσης, που διεγείρει και συγκρατεί το ενδιαφέρον του αναγνώστη σε κάθε σελίδα, προσφέροντας μια φρέσκια και αισιόδοξη ματιά στα αναπόφευκτα προβλήματα του ανθρώπου: από τα πιο «ευτελή» μέχρι τα πιο σοβαρά.
Info: Με λυμένο χειρόφρενο, συγγραφέας: Μάρτυ Λάμπρου, εκδόσεις Κέδρος, σελ. 312, τιμή: 14,00€.
3 σκέψεις σχετικά με το “Διαβάσαμε: «Με λυμένο χειρόφρενο» της Μάρτυς Λάμπρου”