Του άρεσε του κυρίου Ευχέτη να αφήνει το μυαλό του να τρέχει παίζοντας με συνειρμούς, που τελικώς διαμόρφωναν έναν ολόκληρο συλλογισμό. Θα έλεγε κάποιος ότι ήταν η ιδιαίτερη αδυναμία του η γραφή και το παιχνίδι με τις λέξεις. Ίσως, διότι δεν ήξερε να κάνει κάτι άλλο πιο γοητευτικό, το οποίο παρεμπιπτόντως, τον γλύτωνε και από επισκέψεις σε ψυχίατρο, μιας και ο διάλογος με τον εαυτό ήταν γι’ αυτόν σημαντικός και κυρίως ιαματικός. Και κάπου στην άκρη του μυαλού του, τον εκλάμβανε ως νοητική άσκηση που θα εμπόδιζε την πιθανώς επερχόμενη άνοια, η οποία κατά κανόνα επισκέπτεται τους ηλικιωμένους.
Α, η γραφή, θείο δώρο, σκέφτηκε. Μία προσπάθεια να παρεισφρήσει το παρελθόν στο παρόν, προσβλέποντας μονίμως στο μέλλον. Έγραψα, κατέγραψα, μία κατάσταση, ένα γεγονός, μία σκέψη, τώρα. Το τώρα έγινε κιόλας παρελθόν. Όσο απομακρύνομαι από το γεγονός και από την καταγραφή του, τόσο βυθίζονται και τα δυο στο παρελθόν. Όταν κάποια στιγμή διαβάσω την καταγραφή, μετέχω της εισβολής του παρελθόντος στο παρόν μέσω της ανάγνωσης του καταγραμμένου.
Η γραφή απομνημονεύει αφεαυτής, θυμίζει -όσο υπάρχει-, επιστρέφει τον νου στο παρελθόν με κάθε ανάγνωσή της. Γράφω για να απομνημονεύσω, στο χαρτί ή σε άλλο μέσο, όσα θα χαθούν στη μνήμη με τη σταδιακή εξασθένηση της τωρινής εντύπωσης. Γράφω κάτι για να το θυμηθώ αργότερα. Το είπαν σημείωση.
Γράφω για να βλέπω το ξετύλιγμα της σκέψης μου σε άλλο χρόνο από αυτόν της καταγραφής, για να μπορέσω να προχωρήσω αύριο τον συλλογισμό που άφησα ημιτελή χθες, για να καταφέρω να εξωθήσω τη σκέψη μου σε άλλες σφαίρες. Το είπαν στοχασμό.
Γράφω αριθμούς, στοιχεία χημείας, αστρονομίας, ιατρικής, για να μπορέσω να απεικονίσω μέσα από σύμβολα ολόκληρους συλλογισμούς, που δίχως τη γραφή θα χάνονταν στα βάθη του χρόνου. Συσσώρευση εμπειριών, γνώσης, αιώνων. Το είπαν επιστήμη.
Γράφω σήμερα υποχρεώσεις καθημερινότητας, λογαριασμούς που πρέπει να πληρωθούν αύριο, υπομνήσεις συναντήσεων, καθηκόντων. Το είπαν οργανωτική συνέπεια.
Γράφω ολόκληρες σειρές συνειρμών που με οδηγούν σε ένα αποτέλεσμα, για να απαντήσω σε μύρια γιατί, επιζητώντας ένα διότι, συνδέω αιτίες με αποτελέσματα και τούμπαλιν. Το είπαν φιλοσοφία.
Γράφω για μικρογεγονότα, συναισθήματα, σκαμπανεβάσματα ψυχής, ως απόηχο γεγονότων που σημαδεύουν τη ζωή μου. Το είπαν ημερολόγιο.
Γράφω φανταστικά και πραγματικά γεγονότα, ως πεζογραφήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα, αγγίζω την τέχνη της γραφής, προκαλώ καταστάσεις, σκέψεις, συναισθήματα στον αναγνώστη. Το είπαν λογοτεχνία.
Γράφω στίχους, βάζω τις λέξεις σε σειρά χαμένος από χώρο και χρόνο, με μουσικότητα, ιδιότυπη ροή, συμπυκνώνω νοήματα, επιδιώκω αισθητικό αποτέλεσμα. Το είπαν ποίηση.
Γράφω για γεγονότα παρελθόντος που έδρασαν καταλυτικά σε κοινωνίες, χώρες, ανθρώπους, ιστορώ. Το είπαν ιστορία.
Απεικονίζω την άυλη σκέψη, με σύμβολα γραφής, υλοποιώ το άυλο, το κάνω προσβάσιμο, το κοινωνώ στους άλλους. Ό,τι και να γράψω τώρα, σε μια στιγμή γίνεται παρελθόν και κάθε επιστροφή με την ανάγνωση φέρνει το χθες στο σήμερα. Με την κοινοποίηση της γραφής φέρνω στη σκέψη του αναγνώστη σκέψεις, εικόνες, δικές μου ή άλλων, διανέμω αναστοχασμούς και συντελείται μοιρασιά. Το εγώ παίρνει άλλη διάσταση, διαχέεται στη σκέψη των άλλων.
Ο τρόπος επιλογής, τοποθέτησης, προβολής των λέξεων, συνιστά έργο απολύτως προσωπικό στις συγκεκριμένες διαστάσεις που δίνω εγώ ως γραφέας. Οι διαστάσεις όσων νοηματοδοτεί η γραφή μου δεν είναι ποτέ ίδιες με αυτές που προσλαμβάνει ο αποδέκτης της γραφής μου. Ποτέ δεν θα μάθω, ως πομπός, σε ποιες διαστάσεις, τι, πώς, γιατί, προσέλαβε ο δέκτης των γραφομένων μου. Με την ανάγνωση, έχει συντελεστεί η επικοινωνία πομπού-δέκτη, αλλά τη βαθύτερη ουσία αυτής της επικοινωνίας δεν θα την μάθει ποτέ ούτε ο πομπός ούτε ο δέκτης.
Με τη γραφή καταφέρνω να αναπλάθω συνεχώς τον εαυτό μου, να καταγράφω το πώς θα ήθελα να είναι. Μέσα από την επανάληψη, τα πρότυπα, τα χαρακτηριστικά που θα ήθελα να έχω, περνούν στη συνείδηση κι έτσι αλλάζω συμπεριφορές, αντιδράσεις, θρυμματίζω στερεότυπα που φυλακίζουν τη σκέψη και ανοίγομαι σε άλλους, νέους ορίζοντες. Εν ολίγοις κατασκευάζω το είδωλο του εαυτού μου, με το οποίο πασχίζω μια προσομοίωση. Το πόσο αυτή είναι εφικτή, μου το δείχνει ο χρόνος, που σαν κύμα λειαίνει τον βράχο. Η δε αναδρομή σε παλαιότερες καταγραφές, μου δείχνει το μέγεθος των αλλαγών που έχουν συντελεστεί.
Υπάρχει βεβαίως και το περίφημο «όλα έχουν γραφεί». Όμως, ο κάθε συγγραφέας, ποιητής, είναι το φίλτρο όσων μέσα στον χρόνο έχει προσλάβει ο νους του, από αναγνώσεις, βιώματα, σημαντικές ή όχι στιγμές και αποδίδει αυτό το κράμα μέσα από τη δική του ματιά, η οποία σπανίως είναι απολύτως ίδια με των άλλων. Ναι, ίσως όλα έχουν γραφεί. Αλλά πάντοτε υπάρχουν πολλά που δεν έχουν ακόμα έτσι γραφεί. Και έχει σημασία ότι πολύ συχνά ο τρόπος που λέγεται κάτι παρεμβαίνει στην ουσία.
Πώς θα προλάβω στο ελάχιστο της ζωής μου τόσες ιδέες να σχηματοποιηθούν, αναρωτήθηκε ο κ. Ευχέτης, και ποιο να είναι το πραγματικό είδος ανταμοιβής στις τόσες προσπάθειές μου; Ποια είναι η κινητήρια δύναμη της γραφής; Είναι, ίσως, η κραυγή που βγαίνει από τα πιο βαθιά του εσώτερου εαυτού, μονολόγησε, σαν ένας ανεστραμμένος καταρράκτης–πίδακας που θέλει να καλύψει το σύμπαν. Κι όσο πιο βουβές τόσο πιο δυνατές αυτές οι κραυγές μου, που αν τις άφηνα να κατακλύσουν τον κόσμο, θα κινδύνευε ως κι η πηγή τους. Βέβαια όλα αυτά συνιστούν στοιχεία παραφροσύνης για τους εχέφρονες που βύθισαν την ανθρωπότητα στη δυστυχία, αλλά δεν έμαθα άλλα τραγούδια…
Με την τελευταία σκέψη, ένιωσε ένα κράμα ανακούφισης και κούρασης. Έβαλε μια τελεία και μία παύλα και κίνησε για τον αναπαυτικό του καναπέ.
Ο Γιώργος Δουατζής είναι ποιητής, συγγραφέας και δημοσιογράφος.
Φωτογραφία: Mike Hindle
Newsletter
BookSitting | Βιβλία, Τέχνες, Ιδέες
Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
