Η τελετή για την εξαδέλφη Ζωή
Μεταφερμένη αδιαμαρτύρητα έξω από την πόρτα
Κλώτσησε το φέρετρο πίσω.
Δεν μπορεί να την κρατήσει,
Αυτό τo σατινέ ύφασμα, που είχαν βάλει
για να την τυλίξει,
Ούτε οι βίδες νωρίτερα, μετάνιωσε το καπάκι.
Ω, ω. Είναι ακραίο. Είναι υπερβολικό.
Ακόμη και τώρα, εικάζω, υψώνεται στο λιόφωτο.
Νάτην, επιστρέφει στα μπαρ που γνώριζε
Και στην ανάπαυση, σε δωμάτια του έρωτα
Και στα πράγματα, που φωλιάζουν στα ανθρώπινα μάτια.
Αφάνταστα ενεργητική,
με φωνή υπέρμετρα στριγγή.
Οπου να΄ναι θα φανεί. Ακόμη και τώρα
Λικνίζει τους γοφούς με ένα σφύριγμα,
Χύνει το κακό κρασί στο μεταξωτό της φόρεμα,
Κουβεντιάζει για εγκυμοσύνη,
κιθάρες και επισκευή γέφυρας, βόλτες
Σε πάρκα και κάτω από δεντροστοιχίες,
Τυχαία φτάνει στο όριο της ευτυχίας,
Υστερία ίσως. Είναι.
(Μετάφραση: Τάκης Π. Πιερράκος)
The rites for cousin Vit
Carried her unprotesting out the door.
Kicked back the casket-stand. But it can’t hold her,
That stuff and satin aiming to enfold her,
The lid’s contrition nor the bolts before.
Oh oh. Too much. Too much. Even now, surmise,
She rises in the sunshine. There she goes,
Back to the bars she knew and the repose
In love-rooms and the things in people’s eyes.
Too vital and too squeaking. Must emerge.
Even now she does the snake-hips with a hiss,
Slops the bad wine across her shantung, talks
Of pregnancy, guitars and bridgework, walks
In parks or alleys, comes haply on the verge
Of happiness, haply hysterics. Is.
Λίγα λόγια για την ποιήτρια από τον μεταφραστή
Η Gwendolyn Elizabeth Brooks γεννήθηκε το έτος 1917 στην πόλη Topeka του Κάνσας. Αμέσως μετά τη γέννησή της, η οικογένειά της μετακινήθηκε στο Σικάγο, όπου η Brooks μεγάλωσε και συνάντησε τον μελλοντικό της σύζυγο Henry Blakely το έτος 1938, σε ένα συμβούλιο νεολαίας της Εθνικής Ένωσης για την Προαγωγή των Έγχρωμων Ανθρώπων. Γέννησε δυο παιδιά, τον Henry Jr. το έτος 1940 και τη Nora το έτος 1951. Δημοσίευσε το πρώτο της ποίημα με τον τίτλο Eventide σε ηλικία τριάντα ετών στο περιοδικό America Childhood Magazine και ακολούθως εξέδωσε περισσότερα από είκοσι (20) ποιητικά βιβλία, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται τα ακόλουθα: Children Coming Home (The David Co., 1991), Blacks (1987), To Disembark (1981), The Near-Johannesburg Boy and Other Poems (1986), Riot (1969), In the Mecca (1968), The Bean Eaters (1960), Annie Allen (1949), για το οποίο έλαβε το βραβείο Pulitzer Prize, A Street in Bronzeville (1945). Έγραψε επίσης ένα μυθιστόρημα με τον τίτλο Maud Martha (1953) και εξέδωσε μια ανθολογία (Jump Bad: A New Chicago Anthology, 1971), μια αυτοβιογραφία (Report from Part One: An Autobiography, 1972) και αρκετά άλλα βιβλία.
Η Brooks είναι γνωστή ως η χρονογράφος του κοινού τόπου. Πειραματίστηκε με ποικίλες ποιητικές φόρμες και ασχολήθηκε με τα θέματα της καθημερινής ζωής των έγχρωμων Αμερικανών, που έζησαν στις πόλεις περί τα μέσα του εικοστού αιώνα, εστιάζοντας στη φτώχεια, στη μητρότητα και τον καθημερινό ηρωϊκό αγώνα για την επιβίωσή τους. Η Gwendolyn Elizabeth Brooks εργάστηκε ως καθηγήτρια ποίησης και δημιουργικής γραφής σε διάφορα Κολλέγια και Πανεπιστήμια των Η.Π.Α., περιλαμβανομένων του Κολλεγίου Elmhurst και του Columbia University. Πλην του βραβείου Pulitzer, έλαβε υποτροφία από την Ακαδημία Αμερικανών Ποιητών και το Ιδρυμα Guggenheim. To 1994 επιλέχθηκε από το Εθνικό Ιδρυμα Χορηγιών για την Τέχνη ως Jefferson Lecturer. Το 1962 απήγγειλε, κατόπιν προσκλήσεως του Προέδρου John F. Kennedy, στη Βιβλιοθήκη του Κογκρέσου το ποίημά της Μητέρα. Η Brooks απεβίωσε στο Σικάγο στις 3 Δεκεμβρίου 2000, σε ηλικία ογδόντα τριών ετών.
Newsletter
BookSitting | Βιβλία, Τέχνες, Ιδέες
Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
