Εδώ σταμάτησαν τα όνειρα του Πέτρου. Από την ανοιχτή πόρτα της τραπεζαρίας πήρε το μάτι του τον παππού. Τι να ‘κανε τάχατες με το μεγάλο μαχαίρι του ψωμιού στο χέρι. Ο Πέτρος πήγε πίσω από την πόρτα και τον κοίταζε από τη χαραμάδα. Ο παππούς έριξε κλεφτές ματιές ολόγυρα, ύστερα άνοιξε το συρτάρι του μπουφέ, έβγαλε μια – μια τις πετσέτες που είχαν τυλιγμένες τις μερίδες το ψωμί, έκοψε από κάθε μερίδα βιαστικά – βιαστικά ένα μικρό κομμάτι, το ‘χωνε στο στόμα του, ύστερα ξανατύλιγε το ψωμί στην πετσέτα και την έβαζε ξανά στο συρτάρι.
Γι’ αυτό λοιπόν ο παππούς είχε πάντα ψωμί με το φαγητό του! Όταν λίγωνε, μέσα στη μέρα, έκλεβε το δικό τους ψωμί! Ένα μικρό κομματάκι από τον καθένα! Να μπει τώρα μέσα στο δωμάτιο ο Πέτρος και να του πει: «Σε είσαι, είσαι κλέφτης, μας κλέβεις το ψωμί». Ένιωσε όμως πως δεν μπορούσε να κουνήσει, λες και είχανε καρφωθεί τα πόδια του στο πάτωμα.
Ο παππούς πήγε τώρα και κάθισε στο ντιβάνι. Γκαπ – ήτανε η χελώνα, ο Θόδωρος, που χτύπησε το καβούκι του στο πόδι του τραπεζιού. Ο παππούς τον είδε, έσκυψε, τον έπιασε και τον αναποδογύρισε. Αυτή ήτανε η πιο μεγάλη τιμωρία που μπορούσε κανείς να κάνει στο Θόδωρο. Ο παππούς καθότανε έτσι και τον κοίταζε, με το μαχαίρι του ψωμιού στο χέρι. Ο Πέτρος όρμησε στο δωμάτιο.
Γιατί τον κρατάς έτσι, έκανε όλος θυμό στον παππού. Εκείνος τα ‘χασε τόσο ξαφνικά που τον είδε μπροστά του και μπέρδεψε τα λόγια του, όπως και κείνοι στο σχολείο, όταν τους έπιανε ο διευθυντής στα πράσα να κάνουνε καμιά αταξία.
Ξέρεις… ήθελα να δω, αν μπορεί να γυρίσει όρθιος μόνος…
Οι χελώνες δε γυρνούν ποτέ μόνες, είπε ο Πέτρος όλο και πιο θυμωμένα και μάζεψε το Θόδωρο να τον πάει στο δωμάτιό του. Η φωνή του παππού τον σταμάτησε στην πόρτα.
Ήτανε μια αλλόκοτη αργή φωνή.
Οι Ιταλοί τρώνε γάτες και… χελώνες… κάνουνε, λέει, ωραία σούπα.
Ο Πέτρος έτρεξε στο δωμάτιό του και κάθισε κατάχαμα σε μια γωνιά μαζί με το Θόδωρο. […] Ο παππούς ΚΛΕΦΤΗΣ και ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ! Ο παππούς της Μεγάλης Αντιγόνης, που το χειμώνα έριχνε ψίχουλα στο παράθυρο να βρίσκουν τα σπουργίτια να τρώνε. Τότε, πριν τον πόλεμο…
(Από το βιβλίο της Άλκης Ζέη, «Ο Μεγάλος Περίπατος του Πέτρου», εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 2010)