14 ερωτικά ποιήματα

Επιμέλεια – Ανθολόγηση: Αλεξία Καλογεροπούλου
alexia.kalogeropoulou@gmail.com


Δεκατέσσερις ποιητές και ποιήτριες γράφουν για τον έρωτα, την επιθυμία, την απουσία, το άγγιγμα που μένει ανεξίτηλο. Ένα μικρό αφιέρωμα του BookSitting στις λέξεις που γεννιούνται εκεί που αναλαμβάνει η καρδιά. Οι ποιητές και οι ποιήτριες αναφέρονται με αλφαβητική σειρά.


Γιώργος Δουατζής

[αποσπάσματα]

Κάποτε ήρθες ξαφνικά
γεννημένη με προορισμούς
κι ως ζωογόνα εισβολή έφερες
την καυτή δροσιά του κόσμου
την περιούσια μοιρασιά

Κόμισες την ουσιώδη συντροφιά
αφανίζοντας τόπο και χρόνο
μέλλον, παρόν και παρελθόν, αδιάστατα
σαν τις στιγμές που κορυφώνεται
ο παραλογισμός του έρωτα
σαν τις στιγμές-αιώνες
που χάραξαν οι λέξεις μου
στον άνεμο των άγνωστων
αυριανών μου ημερών
στιγμές, που δεν χωρούν
ούτε σε ένα ποίημα

Κι έτσι εικονίστηκαν απλά, πολύ απλά
στα δυο εκφραστικά σου μάτια
οι μέρες της δημιουργίας
για να δροσίζουν τη διψασμένη μου ζωή

(Αποσπάσματα από τη συλλογή «Χρόνου σκιά», εκδόσεις Στίξις, 2018)


Αλεξία Καλογεροπούλου

Σου γράφω ένα ποίημα

Σου γράφω ένα ποίημα ερωτικό
με λέξεις που φτιάχτηκαν
με ένα φιλί κάτω απ΄ τα δέντρα
και μια ανάσα -άγρυπνη προσευχή.

Θα το διαβάσω στον ήλιο
θα το πω στο φεγγάρι
να σου το ψιθυρίζουν
μέρα νύχτα
να μην ξεχάσεις ποτέ
πώς καίει το σώμα
όταν αγαπά χωρίς φόβο.

Σου γράφω ένα ποίημα ερωτικό
και νιώθω σαν να γεννήθηκα μόλις χθες.
Τίποτ΄άλλο δεν θέλω
γιατί στα μάτια σου
τα έχω ήδη όλα.


Έφη Καλογεροπούλου

Ανα/πνοές

Αδύνατο χωριστά να υπάρξουμε
Από γεννήσεις και θάνατο πλασμένοι
ήχους υδάτινους και ανθηρές σιωπές
αληθεύουμε συνυπάρχοντας

Η εκ προμελέτης αγάπη
μας βρίσκει ακαριαία στην καρδιά
κι αν όχι αίμα πες μου τι άλλο
αξίζει κανείς να ανταλλάσσει;

Αυτό που ήθελα να είσαι, γίνομαι
εκείνο που θέλησα να γίνω, είσαι
έψαχνα στην αθανασία την αθωότητα να βρω
και βρίσκω ναι, στην αθωότητα την αθανασία

Ψάρι ένα κι οι δυο μαζί, αναπνέουμε
στα δίχτυα της αγάπης

Κάθε μας συνάντηση σκορπίζει ρόδι πολύσπορο
που χορταίνει λευκού ανέμου περιστέρια

Οι αναπνοές μας οσφραίνονται
αποδημίες και αφίξεις

Αθροίζεις αιωνιότητας φωνές
θα ζήσουμε με αυτές μου λες, πολιορκημένοι
θα ζήσουμε μέσα στο φρέσκο γάλα της αγάπης
το δρόμο μας ψάχνοντας στις φλέβες
Θα ζήσουμε την αύρα των κυμάτων πίνοντας
να σπάζει κύμα σε στροβίλους η ζωή μας
και στους ανέμους να γράφει το δικό της λεξιλόγιο
θα ζήσουμε μες στη φωτιά που καίει τους καθρέφτες
θα ζήσουμε μαζί
μες στα ερείπια που τυλίγει αυτό το κουρελάκι
από χαρτί

Μαζί, θα ζήσουμε μαζί

Κι εγώ σου λέω
δώσε μου πίσω τη σιωπή μου
κι ορκίζομαι
μαζί σου
στη χώρα που δεν έφτασε ποτέ κανείς
να ταξιδέψω

Γιατί δεν ζει η σιωπή
εκεί που δεν υπάρχει λύπη

(Από την ποιητική συλλογή «Στην εξορία του βλέμματος», εκδόσεις Κουκκίδα, 2019)



Πασχάλης Κατσίκας

Υποκείμενο ηδονής

Υποκείμενο ηδονής εγώ κι εσύ το ρήμα
Τα άρθρα πλέκονται ολόγυρα στη μέση σου
σκληρά τα άλφα σου αγγίζουν τα δικά μου

Όσο επίθετα αραδιάζεις
σε καταπίνω με λαχτάρα
για να τελειώσεις πάντα σε ωμέγα

Ύστερα, ως δύο σίγμα τελικά
σαν να ’φυγε η ζωή από μέσα μας
κουλουριαζόμαστε με συριγμό
Στου Ίμερου την αγκαλιά ξαναγυρνάμε


Σπύρος Κιοσσές

Στο Μουσείο (Β)
[Έρως υπνώττων]

Κοιμήσου, Έρωτα.
Λίγο ξαπόστασε απ΄το φτεροκόπημα
στα ταραγμένα στήθη των θνητών.
Το τόξο απόθεσε απαλά στο χώμα.
Καλά το ξέρεις.
Ούτε τη μάχη έχασες ποτέ
ούτε τον πόλεμο.
Κοιμήσου, αθώε αιμοδιψή, νήπιο θηριώδες.
Θα σε ξυπνήσω εγώ.
Όταν θα σιγοτρώει το σώμα μου η ανάμνηση
του τραύματος.
Όταν αποζητάω
ιδρωμένος μες στη νύχτα
τον πόνο απ΄τα βέλη σου.

Αθήνα, 27/11/2017


(Από την ποιητική συλλογή «Το κάτω κάτω της γραφής», εκδόσεις Μελάνι, 2018)


Αντώνης Κερασνούδης

– Ρωμαίος και Ιουλιέτα –

Ωσάν άνοιξης ανθός ωραίος,
εφάνη μέσ’ το δείλι ο Ρωμαίος,
αναζητώντας ένα μονοπάτι,
που να μη το ‘δε ανθρώπου μάτι.

Στα στενά της βραδυνής Βερόνα,
συνάντησε μιαν ανεμώνα
και την έκρυψε στο πέτο,
μαζί μ’ ένα σπαρματσέτο.

Στο πλατύσκαλό της κοντοστάθη,
μα η μιλιά του αιφνής εχάθη,
γιατί περίσσιο θάρρος απαιτεί,
του έρωτα η κορυφαία στιγμή.

Ρωμαίος:
«Ο πόθος κυρίευσε το νου μου,
σαν χάδι από γεννησιμιού μου
και η θύμησή σου είναι πυξίδα,
στον ουρανό φέγγει σαν ηλιαχτίδα!

Δεν ξέρω πώς να στο πω,
ότι στα βάθη της σιωπής αναζητώ,
λέξεις πρωτάκουστες να αναδύσω,
Ω έρωτά μου, για να σε υμνήσω!»

Ιουλιέτα:
«Θα σε καρτερώ ανθέ λοιπόν,
στον αποψινό χορό των ιπποτών,
πίσω από μάσκες καλά κρυμμένοι,
θα στέκουμε οι ερωτευμένοι…

…και εάν ο χρόνος μας σωθεί,
δεν θα υπάρξει άλλη στιγμή,
στην αιωνιότητα αφιερωμένη,
από σε για με πλασμένη.»


Ν.Γ. Λυκομήτρος

Διωκόμενη ηδονή

Αγχωμένα φιλιά
στο πίσω κάθισμα.
Πνιχτά αγκομαχητά
πίσω από τα θολωμένα τζάμια
και τρεμάμενα αγγίγματα
που διατρέχουν όλο μας το σώμα.
Ανοίγω την πόρτα.
Βαδίζουμε γυμνοί,
πιασμένοι χέρι-χέρι
κάτω από τα μεταλλικά αστέρια της μητρόπολης,
αδιαφορώντας
για τα επικριτικά βλέμματα των περαστικών,
των νοικοκυραίων
και των πάσης φύσεως
αρνητών της ηδονής.


Εύα Μοδινού

Το όριο

Σύρθηκε στο χώμα
μόνο και μόνο για ν’ ανακαλύψει
το χνάρι ενός ταριχευμένου χαδιού
το πρώτο σκίρτημα της αγάπης
ή ό,τι νόμιζε πως ήταν η αγάπη

Άλλαξε αδιάκοπα προσωπεία
ώσπου άδειασε ο καθρέφτης των πόθων

Προσευχήθηκε μέχρι που απαλλάχθηκε
ο νους από το πάθος του νοήματος

Έριξε όλο το έρμα των γνώσεων
των αισθημάτων των ελπίδων
όταν αντίκρισε ξαφνικά τη διάψευση

Συγχώρεσε και συγχωρέθηκε

Έχασε έως και τον εαυτό του
και τον ξαναβρήκε ακούγοντας μια νύχτα
τη σιωπή λαγαρισμένη

Όμως δεν μπόρεσε να δει
τον βυθό της ψυχής του

Εκεί όπου έλαμπε το μυστικό του έρωτα
σαν ένα παιδί μες στο χρυσό πανέρι
του ήλιου


Τόλης Νικηφόρου

παντού το άγγιγμά σου

η συνεδρίαση που δεν τελειώνει
τα ρούχα ένας σωρός στην πολυθρόνα
οι τρύπιες κάλτσες μου
και το ξεθωριασμένο νυχτικό σου
παντού η ανάσα
παντού το άγγιγμά σου

οι εφημερίδες σκορπισμένες στη φλοκάτη
εκείνη η στοίβα τα βιβλία στο κομοδίνο
όλο χυμούς κι αγκάθια το φυτό μας
που βρίσκει τόπο και θεριεύει
μες στη μικρή του γλάστρα
παντού η ανάσα
παντού το άγγιγμά σου

οι άσπρες τρίχες που πληθαίνουν
ένα παλιό σου ποίημα μες στα χειρόγραφά μου
η σάρκα μου που αναστατώνεται
μετά από δεκαπέντε χρόνια
παντού η ανάσα
παντού το άρωμά σου
ένα σπουργίτι απ’ το χαμόγελό σου


Ασημίνα Ξηρογιάννη

Τον Ιανουάριο σε ποθώ, τον Μάη σε αγαπώ, τον Ιούλιο σε λατρεύω

Μεγάλη η αναμονή, με σπάει – ξεκάθαρα.
Με αγωνία στο βλέμμα – ακόμα.
Αλλά σίγουρος εσύ.
Η θάλασσα όλη πάνω στα χείλη σου
και ‘γω την πίνω.
Με ταΐζεις τρυφερότητα,
μιλώντας για το φθινόπωρο.
Γέρνω στον ώμο σου.
Τα μάτια σου μου χαϊδεύουν τα μαλλιά.
Τα χέρια σου μου τραγουδανε.
Έχεις όλες τις λύσεις.
Ξέρεις.
Το κεφάλι σου με αγκαλιάζει.
Έχεις όλες τις απαντήσεις.
Μου αγοράζεις καρπούζι,
κεράσια, φράουλες, όλα τα κόκκινα.
Όλα καλά, μου λες.
Ψαρεύουμε στην προβλήτα.
Το βράδυ σου ψιθυρίζω ποιήματα,
αυτοσχέδια –για σένα μόνο.
Σου διαβάζω Κάρβερ.
Δεν τον καταλαβαίνεις
και, επίσης, δεν καταλαβαίνεις
γιατί τον βρίσκω υπέροχο.
Κοιμάμαι στο στέρνο σου.
Σε φιλώ την ώρα που κοιμάμαι.
Η φωνή σου σταθερή,
τη λατρεύω αυτή τη φωνή.
Σταμάτα να αναμένεις, μου λες,
γιατί είμαι εδώ, και πάντα θα είμαι,
και μόλις μπήκε ο Ιούλιος.



Τάκης Π. Πιερράκος

Ένα σου βλέμμα αρκεί

Ένα σου βλέμμα αρκεί να με εκτοξεύσει
με την ταχύτητα του φωτός
σφήνα στην καρδιά του διαστήματος.

Ένα σου φιλί αρκεί
να με μεταμορφώσει σε φλεγόμενο κβάζαρ,
κτηνώδη φωτοδότη του Σύμπαντος.

Μια ανεπαίσθητη αποστροφή σου αρκεί
να με εξαποστείλει άπνευστο,
σβησμένο κάρβουνο στα Τάρταρα.

Μια γλυκιά σου κουβέντα αρκεί
να με επαναφέρει χαρούμενο
και να με διατάξει σε σταθερή τροχιά γύρω σου
μικρέ μου κατοικήσιμε πλανήτη.

(Από την ποιητική συλλογή «Σε ρόδινο μισόφωτο γραμμένη», εκδόσεις Περισπωμένη, 2019)


Στρατής Πασχάλης

«Λιλή Μαρλέν«

Ο έρωτας στρατολογεί
σε μέτωπα φωτιάς
σώμα με σώμα αγώνας
για να σωθείς
να σκοτωθείς
κι ίσως στο τέλος να ξεμείνει
ένα τραγούδι

Χωρίς φανοστάτη ο τόπος, χωρίς
στρατοπέδου στρατιώτη, χωρίς ομίχλη,
μπόρα, σκιές νυχτερινές,
σε μέρος μακρινό
-συρματοπλέγματα, ριπές
και χαρακώματα-

κι όμως
στην κίτρινη λάμπα του δωματίου
-πεδίο μάχης σε ξένο τόπο-
γυμνού στολή
κορμιού ανάχωμα
σκοπιά ηδονής
βροχή καυτή στα στήθη
τριγύρω ηλεκτροφόρα σύρματα
σκοτάδι αγνώστου
ομίχλη στα δυο πρόσωπα
και λίγο αργότερα
μια σφαίρα απάρνησης
ανάμεσα στα φρύδια
και μια κραυγή,
στη μοναξιά του τάφου, μες στο νου
ένα τραγούδι-ουρλιαχτό, απ’ τα μεγάφωνα

«wie einst, Lili Marleen !»


Λέανδρος Πολενάκης

Ε. Κ.

Σε είδα να κοιμάσαι και να ξυπνάς
Αμέτρητες φορές
Να μ’ αγαπάς και να μ΄ αρνιέσαι.
Θα σε δω και πάλι.
Ο θάνατος
παρακείμενος
αν δεν ήταν
έπρεπε να τον επινοήσουμε
για να έχουμε ζήσει
Μαζί και χώρια.


Κώστας Τσιούφης

το είδωλό σου

το είδωλό σου ανάγλυφο
σαν σε παλιό καθρέφτη
κι η μυρωδιά σου τώρα πια
σε αλλουνού κρεβάτι
κλέφτη

πώς να ξεχάσω
το άδειο σου βλέμμα
και του μυαλού σου
το άλικο το μονοπάτι

μικρή η γη
κι εσύ μια θάλασσα
που τ’ όνειρά μου φουρτουνιάζει
αν ήξερα τον κωδικό της νιότης σου
θα φρόντιζα τίποτα μην την ταράζει


BookSitting | Βιβλία, Τέχνες, Ιδέες

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.