Luís de Camões | Οι Λουσιάδες (μτφρ. Αντώνης Κερασνούδης)

Oι Λουσιάδες
(Πρόλογος 1.1 – 1.2)

Όπλα και Βαρόνοι* που φέρουν διακριτικά
απ’ τα δυτικά της Λουζιτανίας παράλια,
σε θάλασσες που ανθρώπου δεν είδαν τη θωριά
προχώρησαν ως και πέρα απ’ την Ταπρομπάνια **,
σε κινδύνους και πολέμους μόχθησαν
πέρα από κάθε ανθρώπινη πυγμή
και σε κόσμους μακρινούς έχτισαν
Βασίλειο Νέο, που το μεγαλώσανε πολύ °
ακόμη και οι ένδοξες οι αναμνήσεις
των βασιλιάδων που επεκτάθηκαν,
η πίστη, η αυτοκρατορία και οι κατακτήσεις
απ’ την Αφρική ως την Ασία χάθηκαν
και εκείνους που οι γενναίες τους πράξεις
θα τους γλιτώσανε απ’ το λυτρωτικό του θανάτου νόμο,
τραγουδώντας θα τους διαδώσω σ’ όλα τα μέρη,
εάν η έμπνευση κι η τέχνη βοήθειας μου τείνουν χέρι.


* ο όρος Barões = βαρώνοι στην επική ποίηση του Camões αποκτά συλλογική έννοια και ισοδυναμεί με τους ηρωϊκούς Πορτογάλους.

** η Taprobana (Tαπρομπάνα ή για λόγους ποιητικής αδείας Ταπρομπάνια) είναι η σημερινή νήσος της Σρι Λάνκα

(Μετάφραση – σημειώσεις: Αντώνης Κερασνούδης)


Os Lusiadas
(Proposição 1.1-1.2)

As armas e os Barões* assinalados
Que da Ocidental praia Lusitana
Por mares nunca de antes navegados
Passaram ainda além da Taprobana **,

Em perigos e guerras esforçados
Mais do que prometia a força humana,
E entre gente remota edificaram
Novo Reino, que tanto sublimaram;

E também as memórias gloriosas
Daqueles Reis que foram dilatando
A Fé, o Império, e as terras viciosas
De África e de Ásia andaram devastando,

E aqueles que por obras valerosas
Se vão da lei da Morte libertando,
Cantando espalharei por toda parte,
Se a tanto me ajudar o engenho e arte.


Λίγα λόγια για τον ποιητή από τον μεταφραστή

Η φετινή συμπλήρωση της πέμπτης εκατονταετηρίδας από τη γέννηση του μεγάλου Πορτογάλου ποιητού Luís de Camões (Λουίς δε Καμόες, 1524-1580) αποτέλεσε μία πρώτης τάξεως ευκαιρία για την αναζωπύρωση του παγκόσμιου λογοτεχνικού ενδιαφέροντος γύρω από τον επικό αυτό ποιητή. Εάν λοιπόν ένας λυρικός εκφραστής, μετά την εποχή του Ομήρου, δικαιούται να λάβει στο πάνθεον των επικών ποιητών θέση ισάξια με αυτή του Βιργιλίου και Ορατίου, αυτός δεν είναι άλλος από τον Camões.

Στην πραγματικότητα, όταν διαβάζουμε την καμονιανή ποίηση (poesia camoniana), το συναίσθημα που μας κυριεύει είναι αυτό μίας «ιδιοφυούς τρικυμίας», εάν και σε μία τέτοια περίπτωση θα προτιμούσαμε να αφαιρέσουμε τον τελευταίο όρο και να μείνουμε εντελώς μόνοι με τον πρώτο. Aυτό που εντυπωσιάζει πάνω από όλα στον λυρισμό του και ιδιαίτερα στο μνημειώδες έργο του οι Λουσιάδες (Os Luciadas), είναι το πολυστρωματικό βάθος της κουλτούρας και των διηγήσεων του, αλλά και η εκφραστική του συγγένεια με τις ομηρικές ραψωδίες (Οδύσσεια, Ιλιάδα), τις Ωδές του Ορατίου και την Αινειάδα του Βιργιλίου.

Στον Camões συνυπάρχουν λοιπόν δύο κόσμοι: η παραδοσιακή ποιητική της Ιβηρικής χερσονήσου και το αναγεννησιακό ύφος. Η πρώτη συνδέεται με παραδοσιακές φόρμες όπως τα άσματα, οι βιλαντσέτες (μεσαιωνική ιβηρική ποιητική φόρμα με βραχείες στροφές και απλές ρίμες) και οι καντάδες, με τη χρήση ωστόσο μίας αυστηρά παραδοσιακής μετρικής (μικρότερη ή/και μεγαλύτερη επαναληψιμότητα πέντε ή επτά συλλαβών), σε συνδυασμό με δημοφιλή ιστορικά θέματα. Από την άλλη πλευρά, το αναγεννησιακό ύφος είναι συνυφασμένο με νέες μορφές σύνθεσης, όπως το σονέτο και η ωδή, με τη χρήση ενός καινοτόμου μέτρου (δεκασύλλαβοι στίχοι, κατανεμημένοι συχνά σε κουαρτέτα ή/και τερτσέτα), υπό το πρίσμα των οποίων η φύση εξιδανικεύεται, ενώ ο έρωτας και η γυναίκα αντιμετωπίζονται μέσα από μια πλατωνική προοπτική.

Εαν ο Όμηρος υπήρξε για την Ελλάδα το νήμα του γλωσσικού και ιστορικού αργαλειού μας, ο Luís de Camões είναι ο σημαντικότερος Ίβηρας κατακτητής των λατινογενών γλωσσικών οριζόντων.


BookSitting | Βιβλία, Τέχνες, Ιδέες

Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε ενημερώσεις.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.