Καλοκαίρι μου
Φως ακατανίκητο
Ήχοι
Μπαλκόνια ορθάνοιχτα,
αυλές φιλόξενες, πολύβουες.
Δε φταις εσύ που πιάνεις σκόρπιες λέξεις στον αέρα,
γέλια, αναφιλητά από γειτονικές συνομιλίες.
Ζέστη και υγρασία κάνουν τις ψυχές να ανοίγουν,
πλάθουν φθόγγους φωναχτούς.
Ψάχνεις για λίγο ύπνο παραπάνω.
Όμως τα χελιδόνια στήνουν γλέντι με το πρώτο χάραγμα.
Το μεσημέρι, τα τζιτζίκια σκάνε στερεοφωνικά.
Ο γρύλος,
ψάχνοντας του κόσμου τους Πινόκιο,
στέκεται δίπλα στο μισάνοιχτο πατζούρι όλο το βράδυ.
Ένας γκιώνης τραγουδάει μονότονα,
σπάει τη σιωπή του τελευταίουονείρου θερινής νυχτός.
Μυρωδιές
Άγρια ρίγανη και θυμάρι ξερικά.
Πλατύφυλλοι βασιλικοί σε φρεσκασβεστωμένους τενεκέδες.
Με λίγο κορφολόγημα,
ένα χάδιστη σγουρή τους κόμη,
σ’ αποζημιώνουν με τη γνώριμη ευωδιά στη χούφτα.
Αγιόκλημα και νυχτολούλουδο.
Κάθε που σουρουπώνει,
ο γείτονάς σου καταβρέχει τον φράχτη με το γιασεμί.
Αδύνατο να ξεχωρίσεις ποια μυρωδιά ακούγεται καλύτερα μες στο σκοτάδι.
Όψεις
Πεφταστέρια του Αυγούστου. Κάνε μια ευχή.
Φεγγάρια παρέα με υποσχέσεις.
Μπουκαμβίλιες κατάφορτες,
στα χρώματα δειλινών που παίρνουν φωτιά,
που μένουν πίσω, καθώς οι μέρες προχωρούν μπροστά.
Λευκά σπίτια και ξωκλήσια.
Όλες οι αποχρώσεις του μπλε,
αναλιγώνεται η μια μέσα στην άλλη
κι η γραμμή του ορίζοντα να σβήνει.
Μια θάλασσα γεμάτη ιστία σ’όλα τα μεγέθη και τα χρώματα.
Αφού μάς λείπουν τα φτερά,
πέταγμα εφήμερο γυρεύουμε
στο πρώτο φύσημα του ανέμου.
Αγγίγματα
Πέδιλα
Αχινοί
Πόδια γεμάτα άμμο
Ψάθινα καπέλα δίνουν μάχη με μελτέμια.
Αλάτι πάνω στα μαλλιά, στο δέρμα.
Καφτάνια αέρινα, βερμούδες.
Τρύπιες οι τσέπες, γεμάτες κοχύλια,
πέφτουν εκείνα πίσω,
σημάδια για να βρεις τον δρόμο να γυρίζεις.
Λεπτές τιράντες,
στηθόδεσμοι που λύνονται και βγαίνουν,
ντους με νερό απ’ το ηλιοδαρμένο λάστιχο του κήπου,
τα βρεγμένα μας μαγιό να στεγνώνουν.
Γεύσεις
Μόλις ξυπνάω απο ύπνο μεσημεριανό,
με φιλεύεις υποβρύχιο.
Φέτα καρπούζι παγωμένο στο ένα χέρι,
ροδάκινα να στάζουν
φρεσκα πρωινά σύκα, κομμένα πριν τα δει ήλιος,
σταφύλια πρώιμα.
Καλοκαιράκι μου
Γενναία δόση απο βύσσινο γλυκό του κουταλιού στον πάτο απ’ το ποτήρι,
τ’ απογεμίζεις κρύο νερό.
Αν έπρεπε να διάλεγα μία γεύση για σένα, θα ‘ταν αυτή.
Γλυκόπικρη
Για όσα φέρνεις λουσμένα στον ήλιο,
για όσα παίρνεις με τοβιαστικό φευγιό σου
προτού προλάβουμε…
Απ’ το τραπέζι να σηκώνεσαι πριν να χορτάσεις, έτσι δε λένε;
Δε στεριώνεις,
κάνεις κύκλους, όπως όλα,
αέναα ακόρεστη αφήνεις τη δίψα μας για φως.
H Κατερίνα Τσιλιαγκού γεννήθηκε στην Αθήνα, στην ίδια γειτονιά όπου συνεχίζει να ζει και να δραστηριοποιείται επαγγελματικά. Είναι οδοντίατρος, ενώ παράλληλα εκπαιδεύει εθελοντικά πολίτες στις πρώτες βοήθειες. Συμμετέχει ενεργά σε εργαστήρια και ομάδες συγγραφής. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί στο διαδίκτυο, σε συλλογικές εκδόσεις και έχουν διακριθεί σε διαγωνισμούς.
Φωτογραφία: Hardeep Singh
Newsletter
BookSitting | Βιβλία, Τέχνες, Ιδέες
Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε ενημερώσεις.
