Ζοζέ Σαραμάγκου | Περί τυφλότητας (απόσπασμα)

Υπάρχει άραγε εξουσία; είπε ο πρώτος τυφλός.

Δεν φαντάζομαι, αλλά και να υπάρχει, θα είναι μια εξουσία τυφλών που θέλουν να κυβερνούν τυφλούς, σαν να λέμε το τίποτα θέλει να οργανώσει το τίποτα.

Αναπνέουμε το ίδιο σκοτάδι κι όμως ο καθένας αλλιώς παραπατά, άλλα βήματα βρε αδερφέ και καλά κάνει, αλλά γιατί τόσο εξόφθαλμα να στερούμαστε προσανατολισμού.

Γιατί να έχουμε προσανατολισμό θα με ρωτήσετε και καλά θα κάνετε. Έτσι για αλλαγή, να πούμε ότι η βάρκα θα πάει παρακάτω, που σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι και κινούμαστε σε πορείες αντίθετες και πώς να κάνει δουλειά ο βαρκάρης κι αυτός τυφλός είναι ο έρμος.

Και δε μιλώ για πρωθυπουργό στο όνομα του βαρκάρη, γιατί ο βαρκάρης ξέρει τουλάχιστον ένα κουπί να το πιάνει, με αυτό βγάζει το ψωμί του, μ’αυτό και την κυρά του.

Ας ξεκουνάγαμε τη βάρκα, έστω δύο λεύγες παρακεί, να αλλάξουμε νερά και παραστάσεις, να κατουρήσουμε κι αλλού κι ας επιστρέψουμε μετά πίσω στο μόλο, ούτως ή άλλως το σκοινί μας βγήκε λίγο, βάρκα κι αυτή με περιλαίμιο σκύλου, σαν και αυτούς που οδηγούν κάποιους τυφλούς.

Σε μια χώρα – συγχωρέστε μου τη λέξη για άλλη μια φορά – όπου οι τυφλοί πολλαπλασιάζονται όσο δίνονται συντάξεις αναπηρίας και κατορθώνουν οι τυφλοί να ‘χουν δυο μάτια αετίσια κάθε που στέκονται ουρά να την τσεπώσουν, χάθηκε να τσοντάρουμε να πάρουμε και λίγο σκοινί παραπάνω για τη βάρκα;

(Ζοζέ Σαραμάγκου, «Περί τυφλότητας», Εκδόσεις Καστανιώτης)


Ο Ζοζέ Σαραμάγκου γεννήθηκε στις 16 Νοεμβρίου 1922 στο μικρό χωριό Αζινιάγκα της Πορτογαλίας από γονείς φτωχούς ακτήμονες αγρότες, μερικές εκατοντάδες χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Λισαβόνας (το «Σαραμάγκου» ήταν παρατσούκλι της οικογένειας ντε Σούζα, από ένα είδος ραφανίδας που έτρωγαν οι φτωχοί, και γράφτηκε στη ληξιαρχική πράξη γεννήσεως). Πέρασε τα σχολικά του χρόνια στη Λισαβόνα, όπου, όμως, παρά την έφεσή του στα γράμματα, αναγκάστηκε να αφήσει το γυμνάσιο για μια τεχνική σχολή που τον βοήθησε να βρει δουλειά σαν μηχανικός αυτοκινήτων. Παράλληλα, όσα βράδια παρέμενε ανοιχτή, επισκεπτόταν την Εθνική Βιβλιοθήκη και διάβαζε «χωρίς βοήθεια ή καθοδήγηση, παρά μόνο με την περιέργεια και τη θέληση να μάθω», όπως γράφει στην αυτοβιογραφία του. Εντελώς αυτοδίδακτος, ο Σαραμάγκου εξέδωσε το 1947 το μυθιστόρημα «Γη της αμαρτίας», που μεσούσης της δικτατορίας του Σαλαζάρ πέρασε απαρατήρητο. Κομμουνιστής με παράνομη πολιτική δράση, εργάστηκε για πολλά χρόνια σε εκδοτικούς οίκους και σε εφημερίδες ως σχολιαστής, ως υπεύθυνος λογοτεχνικών σελίδων και ως βιβλιοκριτικός. Μετά την επανάσταση του 1974 υπήρξε για ένα διάστημα υποδιευθυντής της μεγάλης εφημερίδας της Λισαβόνας «Diarios de Noticias». Έγινε ένας από τους πιο γνωστούς συγγραφείς στη χώρα του χάρη κυρίως στα μυθιστορήματα του. Το 1998 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του ζούσε στα Κανάρια Νησιά, όπου κατέφυγε το 1993, όταν κορυφώθηκε η ρήξη του με την πορτογαλική Εκκλησία με αφορμή το έργο του «Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιο». Τα γνωστότερα βιβλία του είναι: «Εγχειρίδιο ζωγραφικής και καλλιγραφίας» (1977), «Από τη γη θρεμμένος» (1980), «Ταξίδι στην Πορτογαλία» (1981), «Το χρονικό του μοναστηριού» (1983), «Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις» (1984), «Η πέτρινη σχεδία» (1986), «Ιστορία της Πολιορκίας της Λισαβόνας», (1989), «Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον» (1991), «Περί τυφλότητος» (1995), «Όλα τα ονόματα» (1997), «Η σπηλιά» (2001), «Ο άνθρωπος αντίγραφο» (2003), «Περί φωτίσεως» (2004). Πέθανε σε ηλικία 87 ετών στο νησί Λανθαρότε, στα Κανάρια Νησιά, στις 18 Ιουνίου 2010.

Φωτογραφία: Amber Weir

Συμπληρώστε το email σας για να λαμβάνετε ενημερώσεις.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.