
Ήβης πνοή
Ανέστρεψε την πορσελάνινη
άκαμπτη χείρα
αποκαλύπτοντας
δαιδαλώδη συγκεχυμένα ρυάκια
να σκιαγράφονται στην ακανθωτή επιφάνεια
Ακτίνες φωτός ξεχύνονταν
χαϊδεύοντας κάθε κύτταρο της βελούδινης όψης της
Δειλά δειλά πλησιάζω φλεγόμενος
κυριευμένος
από τη δίνη του κορμιού της
Τα χείλη υγρά τρεμάμενα
σπέρνουν φιλιά εδώ κι εκεί
ποτίζοντας τον ολάνθιστο ευωδιαστό κήπο της νιότης
Ω Ήβη ξακουστή
Σβήσε τη δίψα
που φωλιάζει στην ψυχή
με λόγια οίκτου συντριβής
Δυο χείλη ανθήρα ροδωνιάς
μαλαματένια φυλλώματα αμβροσίας
που στάζουν νέκταρ ευωδιάς
Γονάτισε κυρά
άπλωσε τα ξέπλεκα ολόλευκα μαλλιά με ασήμι φορτωμένα
που μήτε φεγγάρι μήτε ουρανός
ματάδε εν ζωή
Μονάχα εγώ ο εκλεκτός
της μοίρας αδελφάδι καρδιακό
ελύγισα και εχάθηκα
μες του Ερέβους τη βοή
*Η Αικατερίνη Χριστοδούλου γεννήθηκε το 1996 και μεγάλωσε στη Θεσσαλονίκη. Σπουδάζει στο τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, και ειδικεύεται στην Μεσαιωνική και Νεοελληνική Φιλολογία. Αναρτά το έργο της στη συγγραφική πλατφόρμα του Wattpad. Ποιήματα της έχουν αναρτηθεί σε ηλεκτρονικά περιοδικά και σελίδες τέχνης.
