Ο Αλέξανδρος Μολφέσης στο Σαλόνι του BookSitting

Συνέντευξη στην Τίνα Πανώριου

Ο Αλέξανδρος Μολφέσης σπούδασε Μουσική, Αγγλικά και Οικονομικά στην Αθήνα και έκανε την πρώτη του εκπομπή το 1982 στο Δεύτερο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, ενώ παράλληλα ασχολήθηκε με τη δισκογραφία ως συνθέτης και τραγουδιστής. Από το 1989 εργάστηκε στην Ιδιωτική Ραδιοφωνία (TOP FM, HΧΩ FM, ΑΝΤ1, Jeronimo Groovy), ενώ από το 1993 έως το 1995 διετέλεσε Γενικός διευθυντής του Cool FM.Έγινε ιδιαίτερα γνωστός από τις καθημερινές εκπομπές του «Αλεξίσφαιρο» και «Make my Day».

Εργάστηκε ακόμα στην τηλεόραση του ΑΝΤ1 από το 1989 έως το 1996. Το 1996/97 ανέλαβε την πρωινή ζώνη του Capital Radio και στη συνέχεια αποχώρησε από τα FM για να ασχοληθεί με επιχειρηματικά projects, με μεταφράσεις / υποτιτλισμούς βρετανικών και αμερικανικών σειρών αλλά και νέες δισκογραφικές παραγωγές. Μίλησε με την Τίνα Πανώριου με αφορμή το βιβλίο του, «Παλινδρομικά όνειρα», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Διάνοια.



Κύριε Μολφέση, επιτρέψτε μου μια αδιάκριτη ερώτηση. Γράψατε τα Παλινδρομικά όνειρα σε μια εξαιρετικά ζόρικη φάση της ζωής σας. Σας έδωσε το γράψιμο χείρα βοηθείας, στήριγμα, σας ενθάρρυνε με κάποιο τρόπο να τραβήξετε μπροστά;

Τα «by the book» πέντε στάδια του πένθους, είναι: άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη, αποδοχή. Λέω «by the book» γιατί στην πραγματικότητα η σειρά μπορεί να αλλάξει ή να υπάρχουν επιστροφές κι επαναλήψεις ή να συμβαίνουν ταυτόχρονα δυο ή τρία από τα παραπάνω. Στη δική μου περίπτωση η άρνηση κράτησε λίγο και μετά «κλείδωσα» στην κατάθλιψη που έκτοτε πάει και έρχεται, αλλά συνδυαστικά με ένα είδος αποδοχής που θα το ονόμαζα «Συμφιλίωση».
Φυσικά το γράψιμο του βιβλίου και η ενασχόληση με τη σχετική έρευνα μου προσέφεραν στήριγμα. Τώρα, όσον αφορά το «τραβάω μπροστά», αυτό είναι σχετικό. Αποφάσισα να παραμείνω στη ζωή για κάποιους συγκεκριμένους λόγους και πρόσωπα. Αυτό είναι όλο. Δεν υπάρχει άλλο «μπροστά».

Όμως, τι είναι τα Παλινδρομικά όνειρα; Κάτι ανάμεσα στην πραγματικότητα και στη φαντασία;

Η έκφραση «Παλινδρομικά όνειρα» προέρχεται από ένα ποίημα του γιου μου. Αναφέρεται στον σκακιστή-μαθηματικό-φιλόσοφο Λάσκερ και τον ρωτά: «Λάσκερ, εσύ είσαι που ανακάλυψες τα παλινδρομικά όνειρα;» Κανείς δεν ξέρει τι είναι αυτά. Σε κανένα λεξικό δεν υπάρχει αυτή η φράση. Σύμφωνα με τη δική μου ερμηνεία τα παλινδρομικά όνειρα περιέχουν αντιφάσεις, εναλλαγές διάθεσης, όνειρα, εφιάλτες, ελπίδα και απαισιοδοξία, αλλά και μια αίσθηση που δεν καταλαβαίνεις τι είναι πραγματικό και τι όχι.

Έχουμε λοιπόν, εν ολίγοις, μια ιστορία όπου μιλάει για έναν εξηντατριάχρονο πατέρα, μουσικό, ευαίσθητο, μέσα στα πράγματα, «σωστό» σύγχρονο οικογενειάρχη, o οποίος ανταμώνει μετά από μεγάλη αναζήτηση με τον γιο του Μόραν, 25 χρονών και διάνοια. Καθισμένος μαζί του σε ένα πεζούλι, κοιτάζοντας πίσω σε μια εκ βαθέων κουβέντα προσπαθεί να καταλάβει, έστω και λίγο, τι πήγε τόσο δραματικά στραβά.

Σε πρώτη ανάγνωση, ναι, είναι κάτι ανάμεσα στην πραγματικότητα και στη φαντασία. Όμως δεν είμαστε σίγουροι για τον τόπο, τον χρόνο και τη φυσική κατάσταση των πραγμάτων. Ούτε αν πρόκειται για όνειρα μέσα σε άλλα όνειρα (σαν τις ρώσικες κούκλες, τις Μπάμπουσκες).

«Δεν φοβόμουν μην σε ξεχάσω», λέει κάπου ο πατέρας στον γιο. «Φοβόμουν μην συνηθίσω την απουσία σου». Αναρωτιέμαι, γίνεται ποτέ αυτό; Να συνηθίζεις το «χωρίς», όταν αγαπάς κάποιον τόσο βαθιά;

Η απώλεια δεν συνηθίζεται. Η απουσία μπορεί, όταν «προχωράς μπροστά», όπως λέγατε παραπάνω. Χωρίς να φεύγει ποτέ ο πόνος, είναι πιθανή η αποδοχή κι η συμφιλίωση, ειδικά αν είσαι νέος (ή λίγο αναίσθητος), μπορείς να συνηθίσεις τη νέα κατάσταση, τα νέα δεδομένα. Μπορεί καμιά φορά να είναι και αυτοάμυνα. Στη δική μου περίπτωση η απουσία του είναι καθημερινά το ίδιο έντονη.

«Μπορεί η αθεϊστική κατανόηση και προσέγγιση να είναι η λογική και επικρατέστερη με επιστημονική τεκμηρίωση, αλλά όταν φτάνεις λίγο πριν το τέλος, θες να πιαστείς». Από πού μπορεί κανείς να πιαστεί, κύριε Μολφέση;

Ο μεγαλύτερος φόβος του ανθρώπου ήταν και είναι ο θάνατος, που είναι μια μη αναστρέψιμη κατάσταση. Εκεί πάτησαν οι θρησκείες για να έχουν τον πολιτικό έλεγχο και την κερδοφορία. Εφηύραν θεούς, οι οποίοι υπόσχονται ότι η ζωή συνεχίζεται κάπου αλλού. Οι οποίοι μας παρακολουθούν και μας επιβάλλουν το θέλημά τους, αλλά συγχρόνως μας έδωσαν ελεύθερη βούληση, μας συγχωρούν αλλά και μας τιμωρούν (;), μας αγαπούν όταν κάνουμε το καλό αλλά κι όταν σκοτώνουμε στο όνομά τους εκατομμύρια ανθρώπους. Είναι θεοί παντός καιρού. Και οι γονείς, το σχολείο, η κοινωνία, μας μαθαίνουν από μικρά παιδιά να προσευχόμαστε, να πηγαίνουμε στην εκκλησία και λοιπά, και μας μπολιάζουν με την ύπαρξη ενός φανταστικού φίλου απ΄τον οποίον μπορούμε να πιαστούμε στις δυσκολίες. Κι όταν σωθεί ένας δικός μας από ατύχημα, λέμε: «Ο θεός τον έσωσε». Κι αν σκοτωθεί λέμε: «Ο θεός τον ήθελε κοντά του».

Βολικό, αλλά όχι για μένα. Από μικρό παιδί κάτι δεν μ΄άρεσε σε όλα αυτά. Απ΄τη μία ότι «ο θεός συγχωρεί τους πάντες». Άρα και τον Χίτλερ; Και τους παιδόφιλους παπάδες; Απ΄την άλλη ότι «ο θεός είναι ελεήμων». Και γιατί τότε αφήνει 1.000.000 παιδάκια να πεθαίνουν από καρκίνο των οστών κάθε χρόνο; Πόση θλίψη προκαλεί αυτός ο θεός; Μήπως τελικά είναι ένας κακός θεός; Ή μήπως απλά δεν υπάρχει; Αυτές οι σκέψεις με έσπρωξαν προς την επιστήμη, η οποία είναι η μόνη που δίνει απαντήσεις. Λίγες μεν, αλλά απαντήσεις. Τεκμηριωμένες, αποδεδειγμένες. Κι όσο περνά ο καιρός δίνει περισσότερες. Απ΄την άλλη οι θρησκείες δεν δίνουν καμία. Ξέρουν μόνο να μας λένε «πίστευε». Αλλιώς είμαστε άπιστοι και άθεοι. Το στίγμα.

Και τους απαντώ ότι «αν δεν είχατε εφεύρει τους θεούς, δεν θα λεγόμασταν άθεοι». Κάνουν τον σταυρό τους και φεύγουν για τον επιτάφιο. Και δεν σκέφτονται αυτό που τους είπα. Σκέφτονται το τσιμπούσι με τα αρνιά και τα κοκορέτσια την Κυριακή. Ευτυχώς ειδικά στη βόρεια Ευρώπη και κάπως στην βόρεια Αμερική λόγω υψηλότερου μορφωτικού επιπέδου, ο κόσμος έχει αρχίσει να συνειδητοποιεί ότι η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Ίσως γιατί οι πόλεμοι δεν γίνονται πια στο όνομα ενός θεού, όπως στην Ανατολή, αλλά στο όνομα των τραπεζών και των πολυεθνικών.

Συγγνώμη για την πολυλογία, επιστρέφω στο ερώτημά σας. Από πού μπορεί κανείς να πιαστεί; Από τη γνώση και τη λογική. Δεν είναι ανάγκη να αναζητά κανείς παρηγοριά σε μεταφυσικές θεωρίες και φανταστικά πρόσωπα. Το πέρασμά μας απ΄τη ζωή είναι σύντομο. Let’s make the most of it, όπως λένε οι Βρετανοί.

Ας χρησιμοποιούμε το μυαλό μας, ας ανοίξουμε τα μάτια, ας έχουμε χιούμορ κι ανθρώπους κοντά μας που αγαπάμε και μας αγαπούν. Οι Μόντι Πάιθον λένε στο φινάλε της ταινίας τους Το νόημα της ζωής: «Ποιο είναι το νόημα της ζωής; Να είμαστε καλοί ο ένας με τον άλλον, να διαβάζουμε κανένα βιβλίο και τέλος… μερικά πέη για να τσαντίζεται η λογοκρισία».

«Φαίνεται πως η ακτινοβολία του φωτός και οι συχνότητές του δεν επιδρούν με τον ίδιο τρόπο στον καθένα. Για τη Σάντι, αυτό το ψυχρό φως είναι νορμάλ. Για μένα αυτός ο φωτισμός παραπέμπει σε θάνατο», λέτε κάπου αλλού. Άλλες «ματιές», δηλαδή, ακόμα και σε δυο ανθρώπους που αγαπιούνται;

Νομίζω πως όταν αγαπιούνται δυο άνθρωποι, δεν έχει σημασία σε πόσα μοιάζουν και σε πόσα διαφέρουν. Η βαθιά αγάπη, ή ο μεγάλος έρωτας, είναι κάτι άλλο που δεν έχω εξηγήσει. Είναι σε ένα άλλο επίπεδο. Συχνά βλέπουμε ζευγάρια που μοιάζουν πάρα πολύ και λέμε ότι είναι φτιαγμένοι ο ένας για τον άλλον. Κι ακόμα, ερωτευμένα ζευγάρια με διαφορετικά γούστα κι απόψεις. Και τότε λέμε ότι τα ετερώνυμα έλκονται. Αλλά κι οι δυο θεωρήσεις είναι επιφανειακές. Υπάρχει κάτι πιο βαθύ, που δεν το έχω εντοπίσει για να σας το περιγράψω.

«Θεωρούσα πάντα ότι η ψυχρή και τεκμηριωμένη λογική είναι ο πλέον αξιόπιστος τρόπος να δεις τα πράγματα και την αλήθεια», λέει προς το τέλος ο Μόραν. Και σκέπτομαι, υπεραπλουστεύοντας ίσως, ότι εκεί μάλλον εστιάστηκε όλο το δράμα.

Δεν έχετε άδικο. Η ψυχρή και τεκμηριωμένη λογική χαρακτηρίζει τον Μόραν, αλλά δεν είναι εκείνη που τον σπρώχνει να φύγει απ΄το παράθυρο. Είναι η αδυναμία του να συσχετιστεί με την πραγματικότητα και να απαλλαγεί από τους δαίμονές του, που δεν γνωρίζει ότι οφείλονται σε κάποια διαταραχή προσωπικότητας (η οποία με τη σειρά της, δεν ξέρουμε πού οφείλεται), σε συνδυασμό με την υψηλή ευφυΐα του, που ευθύνεται για την υπερανάλυση που συντελείται στο μυαλό του. Το κερασάκι στην τούρτα είναι η σιωπηλή απόρριψη από εκείνην που αυτός μόνος του, ονόμασε: «Η μόνη αλήθεια στη ζωή μου».

Ας κάνω εδώ μια παρένθεση. Η αυτοκτονικότητα παραμένει ένα θέμα ταμπού, ιδιαίτερα στη χώρα μας. Κανείς δεν ασχολείται μ΄αυτό. Τα ΜΜΕ σιωπούν, διαφωτισμός και πληροφόρηση δεν υπάρχει. Πολλοί γονείς φοβούνται να πούνε ότι το παιδί τους πάσχει από μια ψυχική διαταραχή ή αρνούνται να το στείλουν σε ψυχίατρο, γιατί θα υποστούν το στίγμα ή γιατί δεν το χωρά το μυαλό τους! Κι αν το παιδί τους αυτοκτονήσει δεν θα μάθουν ποτέ τα πραγματικά αίτια, γιατί δεν το ερεύνησαν και συχνά το κρατούν κρυφό από τον κόσμο. Ξέρετε πόσοι φίλοι και γνωστοί εξαφανίστηκαν όταν έμαθαν τι συνέβη με τον «Μόραν»; Είναι δύσκολο θέμα για να το διαχειριστεί κανείς, διότι δεν υπάρχει η σχετική παιδεία. Ένα εκατομμύριο άνθρωποι αυτοκτονούν κάθε χρόνο στον πλανήτη -όσων ο θάνατος δηλώνεται ως αυτοκτονία. Ο αριθμός μπορεί να ‘ναι διπλάσιος ή τριπλάσιος καθώς πολλές αυτοκτονίες καταχωρούνται ως θάνατοι από μη φυσικά αίτια. Κλείνω την παρένθεση.

Το βιβλίο σας, εκτός από τη συγκινητική ιστορία σας, περιλαμβάνει και υπέροχες ζωγραφιές, έργα στενής σας φίλης;

Έναν χρόνο πριν τα Παλινδρομικά όνειρα κυκλοφόρησα, σε αυτοέκδοση, ένα βιβλίο με τα ποιήματα του γιου μου, που ανακάλυψα κρυμμένα στο λάπτοπ του. Δεκατέσσερα ποιήματα στα ελληνικά και στα αγγλικά με τον γενικό τίτλο A noisy bar. Το εξώφυλλο αλλά και το εσωτερικό φιλοτέχνησε η Ιωάννα Lettington, η οποία είναι νεαρή φίλη που μόλις αποφοίτησε από τη Σχολή Καλών Τεχνών.

Το εξώφυλλο πάλι και κάποια άλλα έργα μέσα στο βιβλίο είναι του διάσημου ζωγράφου Γιάννη Σπυρόπουλου. Τα επιλέξατε εσείς;

Ναι. Ο Γιάννης Σπυρόπουλος, πιο γνωστός στο εξωτερικό παρά στην Ελλάδα, ήταν πάντα ο αγαπημένος μου ζωγράφος, τον οποίον γνώριζα και προσωπικά. Δυστυχώς έχει πεθάνει πολλά χρόνια πριν και δεν είχα τη χαρά να ζητήσω στον ίδιο την άδεια για τη δημοσίευση των έργων του, αλλά ευτυχώς μου την έδωσε το μουσείο.

Ακόμα με αφορμή αυτό το ίδιο απρόσμενο «φευγιό» γράφετε τραγούδια για δίσκο που θα κυκλοφορήσει σύντομα;

Η μουσική ήταν σ΄όλη μου τη ζωή τα πάντα. Από παιδί, με τα πρώτα συγκροτήματα, μέχρι πρόσφατα. Δισκογραφία, μουσική για το θέατρο, live εμφανίσεις. Αλλά και μια δεκαετία ενδιάμεσα, που πέρασα από πολλά ραδιόφωνα ως radio producer. Η μουσική και η τραγουδοποιία ήταν πάντα το φάρμακο. Για τη στεναχώρια, τις απογοητεύσεις, τις απορρίψεις, και ταυτόχρονα ήταν δημιουργία, απόλαυση, ψυχαγωγία. Ολοκλήρωσα τον ένατο δίσκο μου δυο μήνες πριν φύγει.

Μετά το «απρόσμενο φευγιό» αποφάσισα να εγκαταλείψω τη μουσική. Θεώρησα ότι δεν έχω το δικαίωμα να απολαμβάνω οτιδήποτε μου έδινε ευχαρίστηση. Δεν ήταν ακριβώς αυτοτιμωρία, γιατί δεν έχω και την όρεξη πια. Μοναδική εξαίρεση, ο δίσκος που ετοίμασα για τον «Μόραν», ένα concept διπλό album με τον τίτλο «Fall Out». Επίσης με εξώφυλλο του Γιάννη Σπυρόπουλου, που εκφράζει εικαστικά τόσο τον δίσκο όσο και το βιβλίο. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι τα Παλινδρομικά όνειρα σε μορφή μουσικής και τραγουδιών.

Αλλά και μια καινούργια ιστορία με τον τίτλο Η ζωή ήταν ωραία;

Ναι. Είναι το νέο βιβλίο που γράφω τώρα. Το Η ζωή ήταν ωραία, παραφράζοντας τον Μπενίνι, είναι ουσιαστικά το τελευταίο μέρος της τετραλογίας: A noisy bar, Παλινδρομικά όνειρα, Fall Out, Η ζωή ήταν ωραία. Αν όλα πάνε καλά, θα κυκλοφορήσει σε έναν χρόνο. Αλλά δεν μπορούμε ακόμα να μιλήσουμε γι΄αυτό.

Κλείνοντας, τη μέρα που κάνουμε αυτή τη μικρή κουβέντα για το βιβλίο σας, συγκλονιστικό, το επαναλαμβάνω, αρχές Ιουνίου στην Αθήνα και όχι στο Άμστερνταμ, συνεχίζει να βρέχει… Σας μιζεριάζει αυτός ο καιρός ή, όπως γράφετε κάπου, σας αρέσει η βροχή και η συννεφιά, όπως και στο αγόρι που σας άφησε πολύ νωρίς;

Λατρεύαμε κι οι δυο τη συννεφιά, τη βροχή, και εν γένει τον μελαγχολικό καιρό. Ήταν στο DNA μας φαίνεται. Τώρα πια, αυτός ο καιρός μού φέρνει στεναχώρια και θλίψη. Δεν μπορώ να τον απολαύσω μόνος. Γι’ αυτό μάλλον. Τώρα πια τον μισώ. Νιώθω πολύ μόνος κι ας μην είμαι.

Και πάλι ευχαριστώ για τον χρόνο σας. Με συγκινήσατε που αναφερθήκατε στη φίλη σας «Κατρίν», που κι εκείνη έφυγε πολύ νωρίς.

Η «Κατρίν» είναι πάντα στο μυαλό μου, όπως κι ο «Μόραν». Είναι σαν να μην έφυγαν ποτέ κατά μία έννοια. Κι εγώ σας ευχαριστώ.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.