Αργύρης Χιόνης | Ο κατάσκοπος

στον Jonh le Carre

Αδιάκοπα ο κατάσκοπος ανοίγει
σήραγγες μέσα στο σκοτάδι.
Ακόμη κι όταν δρα τη μέρα,
επάγγελμα ασκεί νυκτερινό ̇
αόρατος κινείται μες στο φως, φορώντας
ένα πρόσωπο που κρύβει την πραγματική του μάσκα.
Η γυναίκα του είναι παντρεμένη μ’ άλλον άντρα,
τα παιδιά του άλλον πατέρα έχουν
κι όταν τρώει, τρώει το φαΐ ενός άλλου,
κι όταν πίνει, πίνει το πιοτό ενός άλλου,
κι όταν ονειρεύεται, τα όνειρα ενός άλλου βλέπει.

Ο κατάσκοπος τελειώνει μέσα στον καθρέφτη,
στο σκοτάδι που 'ναι πίσω απ’ το γυαλί,
κυνηγώντας ένα ύποπτο υποκείμενο
που, επί χρόνια, τον κοιτούσε από κει
απειλητικά και, κάποτε, κραδαίνοντας,
στο λαιμό του μπρος, ένα ξυράφι.


(Από τη συλλογή «Ό,τι περιγράφω με περιγράφει» Ποίηση Δωματίου, Εκδόσεις Γαβριηλίδη, έτος 2012. Το ποίημα μεταγράφηκε σε μονοτονικό σύστημα)

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.