«Εξ όσων ηυτύχησα ή εδυστύχησα να γνωρίσω είµαι, πιστεύω, ο µόνος άνθρωπος όστις, αν τον ωνόµαζον ζώον, δεν θα εθεώρει τούτο ως προσβολήν».
(Εμμανουήλ Ροΐδης)
Οι μεγάλοι φονεύουν τα
ενοχλητικά κουνούπια
κολλούν με ένα μόνον
τρομερό χτύπημα
τη σάρκα τους στον τοίχο
η μαύρη σάρκα μόνον
κόκκινο χρώμα φέρει τώρα
δεν βλέπουν παρά μονάχα
τον κίνδυνο σήμερα
-περισσότερο από χθες-
ίδιον κίνδυνο με τον τίγρη
μόλις χθες ενέσκηψε
σε σώμα κουνουπιού
πήρε τον κωδικό του
WNV- West Nile Virus
Αλλά σώμα δεν έχουν
τα κουνούπια
κεφάλι μάτια κορμό
λεπτά πόδια αόρατα
φτερά δεν έχουν
κεραίες ν’ απλώνονται
στο φως δεν έχουν
πέταγμα διάφανων φτερών
να βουΐζει το χαλασμό
της χαράς δεν έχουν
ενοχλητικά μόνον αίμα
να πίνουν να το κάνουν
δική τους ζωή
και των τέκνων τους
στρατιές ύπουλων καταχθόνιων
εχθρών δεν έχουν κύηση
τα μικρά ασήμαντα
κουνούπια δεν υποπίπτουν
σε καμία ζωοφιλίας
ή τουλάχιστον θρησκευτική
νομοθεσία
-τι ανόητη εκζήτησις-
Φονεύουν τα κουνούπια
οι αποφασιστικοί άνθρωποι
ακόμα και για λόγους
πρόληψης δεν είναι
ν’ αστειεύονται με
όλα τα φαινομενικά
αθώα πράγματα…
Οπουδήποτε ελλοχεύουν
κίνδυνοι από παλιά
αλλά κι έτσι που χάλασε
Το περιβάλλον…
Οι μικροί λυπούνται
τα κουνούπια ρωτούν γιατί
οι μεγάλοι λερώνουν
τον τοίχο με το κόκκινο
αίμα των κουνουπιών
κόκκινο σαν των ανθρώπων
το αίμα γιατί σκοτώνουν
τα κουνούπια ρωτούν
οι μικροί τους μεγάλους
κι αν έχουν παιδί-κουνούπι
στην κοιλιά τους
τι φταίει άραγε το
παιδί-κουνούπι πριν
γεννηθεί και οι μεγάλοι
απαντούν ίδια ενοχλητικό
και επικίνδυνο κι αυτό
θα καταντήσει
Και οι μικροί κουράζουν
τις ερωτήσεις κουράζονται
με τις κοφτές απαντήσεις
τι άλλο να κάμουν
οι μικροί τον επικήδειο
εκφωνούν του κουνουπιού
«Έτρεχες για να σωθείς
να ξεφύγεις δεν μπόρεσες
θανατηφόρο το χτύπημα
βιβλίο ήταν των Θρησκευτικών
άτυχο μεγάλο σπάνιο
κουνούπι δεν άντεξες
να ζήσεις δεν μπορούσες
αγκομαχούσες το αίμα σου
πράσινο σκούρο παγωμένο
πάνω στου λευκού
τοίχου την αντίθεση
ζούσες ακόμη
μια τρύπα στην κοιλιά
ο θάνατος να τρυπώσει
κουνούσες ελαφρά
τα πόδια σου τις κεραίες
την φουσκωμένη του
μωρού σου κοιλιά αναβόσβηνε
ο φόβος αθέατος ώσπου…
σε μια στιγμή μονάχα
-μια στιγμή χρειάστηκε-
τα πόδια σου μαρμάρωσαν…
Τώρα στον Κάτω Κόσμο
σεργιανάς με όλους
τους ανθρώπους όλα
τα δένδρα και όλα τα
πεθαμένα φυτά
απέραντη φτιάχνεται δηλαδή
μια πολιτεία με… δένδρα
ανθρώπους και φυτά
ανθρώπους- κουνούπια
μικρά κουνούπια μεγάλα
και σπάνια όπως εσύ…
κι ανθρώπους μεγάλους
και μικρούς
και δεν φοβάσαι πια
Γιατί εκεί είναι η ψυχή
Μόνο…
Καληνύχτα…»
(Και το παιδί oνόματι Πάρις
σημειώνει
αμέσως στο ημερολόγιό του
Πως σήμερα
είναι –μπορεί να είναι-
η «Παγκόσμια Hμέρα
του Κουνουπιού» και τρέχει
να κρατήσει ανοιχτή
την αλαφροΐσκιωτη των
Μικρών Πολιτεία…)
Η Παρασκευή (Βιβή) Κοψιδά-Βρεττού είναι αριστούχος Διδάκτωρ Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, βραβευμένη ποιήτρια και συγγραφέας, μέλος του Κύκλου Ποιητών, πρόεδρος του Συνδέσμου Φιλολόγων Λευκάδας και συνεργάτις του BookSitting. Διαβάστε εκτενές βιογραφικό της.
