Κωνσταντίνος Γεωργίου | Περασμένα μεσάνυχτα

Περασμένα μεσάνυχτα. Ὁ χτύπος τοῦ ρολογιοῦ ἐναρμονίζεται μὲ τὸν χτύπο τῆς καρδιᾶς του. Γι’ αὐτό, ὅταν ἀκούει τὴν καρδιά του νὰ χτυπᾶ δυνατά -ἰδιαίτερα τὶς νύχτες -, νομίζει ὅτι μέσα στὸ στέρνο του κρύβει ἕνα καλοκουρδισμένο ρολόι. Μὰ πῶς βρέθηκε ἐκεῖ; Ὅλοι οἱ καθὼς πρέπει ἄνθρωποι τὸ φορᾶνε στὸ χέρι τους. Σκέπτεται, πρόσκαιρα, πὼς πρόκειται μᾶλλον γιὰ κάποια χρωμοσωμικὴ παραξενιά, ποὺ δὲν ἐκπίπτει πάντως ἀπὸ τὸ μέτρο τοῦ φυσιολογικοῦ. Ἔτσι κι ἀλλιῶς δὲν μπορεῖ νὰ τὴν ἀλλάξει. Ὡστόσο, θὰ μποροῦσε νὰ εἶναι -σκέπτεται – καὶ ἀποτέλεσμα κάποιου ἀτυχήματος, τὰ ἴχνη τοῦ ὁποίου ἔχουν σβηστεῖ ἀπὸ τὴν μνήμη. Ἴσως, ὅταν ἦταν μικρὸ παιδὶ ἀκόμη, νὰ καταβρόχθισε κάποιο ρολόι ποὺ τοῦ ἄρεσε. Ὅπως καὶ νά ‘χει, μέσα του νιώθει νὰ κουβαλᾶ μιὰ βραδυφλεγὴ ὡρολογιακὴ βόμβα ποὺ ἔχει ἤδη πυροδοτηθεῖ ἀλλὰ δὲν ξέρει πότε ἀκριβῶς θὰ ἐκραγεῖ. Αὐτὸς μόνον ἀκούει. Ἀκούει τὰ δευτερόλεπτα νὰ περνοῦν, νὰ φεύγουν, νὰ χάνονται ἀνάμεσα στὶς φλέβες καὶ στοὺς λεπτοδεῖκτες τῆς σκέψης του, ὅπως χάνονται καὶ οἱ ἄνθρωποι ἀνάμεσα στὴν ἀνωνυμία τους καὶ στὸν φόβο τους. Αὐτὸς μόνον ἀκούει. Ἀκούει τοὺς μικρούς βόμβους τῆς ἄνοιξης νὰ τρυγάει στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων τὸ αἷμα τους, ἀκούει τὸ περπάτημα τοῦ ἀνέμου ποὺ ἔρχεται στροβιλίζοντας στὶς ἡλιοκαμένες του πλάτες τὶς μεγάλες ἐλπίδες τοῦ πλήθους. Ἀκούει, ἀκούει… Ὁ ἦχος ἐπίμονος. Τὴν κουβαλᾶ πάντα μαζί του, στὴν δουλειά, στὸ καφενεῖο, στὸ σπίτι. Τὴν περιφέρει καὶ στοὺς δρόμους τῆς πόλης, παίρνοντας πάντα, ὅμως, τὶς κατάλληλες προφυλάξεις. Κινεῖται στὸν χῶρο μὲ ἐπιδεξιότητα ἀκροβάτη γιὰ νὰ μὴν γίνεται ἀντιληπτός, βηματίζει μυστικὰ μέσα στὴν ὁμίχλη, σχεδὸν ἀόρατος. Εἶναι βέβαιος ὅτι μὲ τὴν ἔκρηξη χιλιάδες ἐπαναστατικὲς προκηρύξεις θὰ σκορπίσουν στὸν ἀέρα. Θὰ θελήσουν νὰ τὸν συλλάβουν ὡς τρομοκράτη. Και τότε στὸ κέντρο καὶ στὰ προάστια τῆς πόλης θ’ ἀκούγονται πολλὲς ἄλλες ἀκόμα ἐκρήξεις. Οἱ φλόγες θὰ ζώνουν τὴν πόλη. Χιλιάδες χαρτιὰ θὰ ἵπτανται στὸν ἀέρα, ὁ λαὸς θὰ παίρνει τὰ ὅπλα κι αὐτὸς θὰ εἶναι ὁ πρῶτος μάρτυρας. Περασμένα μεσάνυχτα. Δὲν ἀκούγεται τίποτα πιά. Μόνον ὁ ἄνεμος.


(Τηρήθηκε το σύστημα γραφής του ποιητή)


Ο Κωνσταντίνος Γεωργίου γεννήθηκε στο Αγρίνιο. Το 1998 αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Ζει στο Αγρίνιο με τη σύζυγό του και τα δύο τους παιδιά. Είναι λειτουργός της Μέσης εκπαίδευσης και τα τελευταία χρόνια προσφέρει τις υπηρεσίες του ως φιλόλογος στο Γενικό Λύκειο Γαβαλούς του δήμου Αγρινίου.

Φωτογραφία: Christopher Jolly

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Twitter

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Twitter. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.