Η επιληπτική κρίση πέρασε γρήγορα, αισθανόταν κάπως καλύτερα. Ευτυχώς είχε πέσει στο κρεβάτι του και έτσι απέφυγε την πτώση στο πάτωμα και τα αντίστοιχα χτυπήματα στο πρόσωπο. Είχε νοικιάσει εδώ και μήνες ένα μικρό διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης. Είχε ακόμα τη δυνατότητα να αλλάζει –τακτικά- κατοικίες, μικρές πάντα. Το μόνο αξιοπρόσεκτο εκεί μέσα, ήταν ο τεράστιος καθρέφτης. Φαινόταν πολύ παλιός, είχε κρατήσει όμως την αισθητική του ωραιότητα. Η κορνίζα του ήταν φθαρμένη, αλλά το γυαλί ήταν καθαρό με λίγα γκρίζα στίγματα στην επιφάνεια, αφημένα εκεί από τον χρόνο. Ήταν απομεινάρι κάποιας ξεπεσμένης αρχοντικής οικογένειας και παρέμενε στο διαμέρισμα σαν ένα είδος παρακαταθήκης από ένοικο σε ένοικο. Δεν υπήρξε κάποιος να τον κατεβάσει από τον τοίχο του και να τον δώσει σε κανένα παλαιοπωλείο ή να τον εγκαταλείψει στους κάδους ανακύκλωσης. Όλοι οι ένοικοι, ανεξαρτήτως φύλου, εισοδήματος και ηλικίας, ήθελαν να είναι κρεμασμένος στον τοίχο και να καθρεφτίζονται με τις ώρες. Ο ιδιοκτήτης τού διαμερίσματος αδιαφορούσε για όλα αυτά.
Ο καθρέφτης λειτουργούσε σαν το μυστικό του όπλο. Αμυντικό όπλο απέναντι στην επίθεση της αδυναμίας. Τα επιθετικά όπλα ήταν απαραίτητα απέναντι σε ουδέτερα ουσιαστικά, όπως το πάθος (κυρίως) και το έλεος (δευτερευόντως). Καθόταν απέναντί του με τις ώρες, και κοιτούσε το πρόσωπό του, πώς ήταν και πώς άλλαζε καθημερινά. Αλλαγές στον δρόμο της κοινοτοπίας ή της σωτηρίας. Αδιευκρίνιστο.
Η κρίση τον έπιασε, όταν γύρισε από το σπίτι της. Του εκμυστηρεύτηκε πως αγαπούσε άλλον, και αυτόν τον βασάνιζε με τον τρόπο της. Έχουν την ικανότητά τους οι γυναίκες στα αισθηματικά βασανιστήρια. Θα αφοσιωνόταν στον αγαπημένο της, αφήνοντάς τον μόνον και απόλυτα ηττημένο. Προσπάθησε να φανεί ψύχραιμος, αυτό πού λένε κάπως γελοία: κύριος του κράτους των διαθέσεων (και των καταστάσεων, θα συμπλήρωνα). Έφυγε συντετριμμένος, μ’ ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη, μάλλον με μια ασχεδίαστη γκριμάτσα στενοχώριας. Περίεργο πράγμα μια τέτοια γκριμάτσα για έναν άντρα, κάπως μακριά από τη μέση ηλικία. Στον δρόμο δάκρυσε. Όμως, τα δάκρυά του ήταν από εγωισμό. Aγάπησε την ομορφιά, αλλά τελικά δυστύχησε.
Στο δωμάτιό του, κοίταξε τον καθρέφτη, σαν κάτι περίμενε να ακούσει, μια ομολογία, μια λέξη, είπε το όνομά της: Ζωή.
Ο Χριστόφορος Τριάντης είναι εκπαιδευτικός. Γράφει ποιήματα, διηγήματα και κείμενα.
Φωτογραφία: Denny Müller
Ταύτιση με τα λεγόμενα στο δρόμο της αλλαγής ή της κοινοτυπίας/ Αδιευκρίνιστο πάνω στον όμορφο παλιό κι αρχοντικό καθρέφτη της Ζωής!
Ευχαριστούμε!
Μου αρέσει!Μου αρέσει!