Ι
Χρόνος παρών και χρόνος παρελθών
Είναι ίσως και οι δυο παρόντες στον χρόνο τον μέλλοντα,
Και ο μέλλων χρόνος περιέχεται στον παρελθόντα χρόνο.
Αν όλος ο χρόνος είναι αιώνια παρών
Όλος ο χρόνος παραμένει ανεξαργύρωτος.
Ό,τι θα μπορούσε να ήταν είναι μια αφαίρεση
Που παραμένει αέναη δυνατότητα
Μόνο σε έναν κόσμο εικασιών.
Ό,τι θα μπορούσε να ήταν και ό,τι ήταν
Τείνουν προς ένα τέλος, που είναι πάντοτε παρόν.
Βήματα αντηχούν στη μνήμη
Στο μήκος του διαδρόμου που δεν πήραμε
Βλέποντας προς την πόρτα που δεν ανοίξαμε ποτέ
Στον ροδόκηπο. Έτσι, τα λόγια μου
αντηχούνε στο μυαλό σου.
Όμως για ποιο σκοπό
Να ταραχτεί η σκόνη στο κύπελλο με τα ροδόφυλλα
Δεν ξέρω.
Άλλες αντηχήσεις
Κατοικούν στον κήπο. Θα ακολουθήσουμε;
Γρήγορα, είπε το πουλί, βρείτε τους, βρείτε τους,
Εδώ κοντά. Μέσα απ’ την πρώτη πύλη,
Στον πρώτο κόσμο μας, θα ακολουθήσουμε
Την εξαπάτηση της τσίχλας; Στον πρώτο κόσμο μας.
Εκεί βρισκόντουσαν, αρχοντικοί, αόρατοι,
Κινούνταν χωρίς βία, πάνω από τα πεθαμένα φύλλα,
Στη ζέστη του φθινόπωρου, μέσα από τον ταλαντευόμενο αέρα,
Και το πουλί ελάλησε, απαντώντας
Στην μουσική που δεν ακούστηκε, κρυμμένη μες τους θάμνους,
Και οι αθέατες ακτίνες των ματιών διασταυρώθηκαν, γιατί τα ρόδα
Είχαν την όψη λουλουδιών που τα κοιτάζουν.
Εκεί βρισκόντουσαν ως καλεσμένοι μας, αποδεκτοί και
αποδεχόμενοι.
Έτσι κινήσαμε, κι αυτοί, σε ένα σχέδιο τυπικό,
Στο μήκος της κενής αλέας , προς τον κύκλο των πυξαριών,
Να δούμε την μικρή αποστραγγισμένη λίμνη.
Ξερή η λίμνη, ξερό και το σκυρόδεμα, στις άκρες καφετί,
Και η λίμνη γέμισε νερό από το φως του ήλιου,
Και ο λωτός εγέρθηκε, ήσυχα, ήσυχα,
Η επιφάνεια λαμποκόπησε απ’ την καρδιά του ηλιόφωτος,
Και εκείνοι, στη λίμνη ανακλώμενοι, ήταν πίσω μας.
Τότε πέρασε ένα σύννεφο, και η λίμνη άδειασε.
Φύγετε, είπε το πουλί, γιατί τα φύλλα ήσαν παιδιά γεμάτα,
Κρυμμένα παράφορα, το γέλιο περιορίζοντας.
Φύγετε, φύγετε, φύγετε, είπε το πουλί: το ανθρώπινο είδος
Αδυνατεί ν’ αντέξει πολλή πραγματικότητα.
Χρόνος παρελθών και χρόνος μέλλων
Ό,τι θα μπορούσε να ήταν και ό,τι ήταν
Τείνουν προς ένα τέλος, που είναι πάντοτε παρόν.
(T.S. Eliot, Τέσσερα Κουαρτέτα, μετάφραση Τάκης Κουφόπουλος, Ανοικτή Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2018)
Ο Thomas Stearns Eliot γεννήθηκε στον Άγιο Λουδοβίκο του Μισούρι, στις ΗΠΑ, στις 26 Σεπτεμβρίου 1888 από πουριτανή αριστοκρατική οικογένεια διαπρεπών επιστημόνων και ανατράφηκε με τις αρχές του παππού του που ήταν θεολόγος. Σπούδασε στην Ακαδημία Σμιθ της Μασαχουσέτης, βραβεύτηκε με χρυσό μετάλλιο στα λατινικά από την Milton Academy. Σπούδασε τέσσερις γλώσσες: ελληνικά, λατινικά, γαλλικά, γερμανικά και συνάμα μεσαιωνική ιστορία, συγκριτική φιλολογία και ιστορία νεώτερης φιλοσοφίας. Παρακολούθησε επίσης μαθήματα φιλοσοφίας στο Χάρβαρντ από τον Μπ. Ράσελ, το 1914 καθώς και σανσκριτική και νεώτερη ινδική φιλοσοφία. Γνώστης της γαλλικής φιλολογίας επιδόθηκε στην ποίηση. Το 1915 ο Έλιοτ εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο παραδίδοντας μαθήματα σε σχολεία και αργότερα διορίστηκε στη Lloyd’ s Bank του Λονδίνου, όπου εργάστηκε οχτώ χρόνια. Η ποίησή του κατατάσσεται σε πέντε περιόδους. Η πρώτη περίοδος (1909-1919) περιλαμβάνει τα ποιήματα: «Το τραγούδι της αγάπης του Άλφρεντ Προύλφροκ», «Το πορτραίτο μιας κυρίας», «Πρελούδια», κ.ά. Η δεύτερη περίοδος (1920-1925) περιλαμβάνει τα ποιήματα: «Γερόντιον», «Ιπποπόταμος», «Η έρημη χώρα», κ.ά. Στην τρίτη περίοδο ανήκουν «Οι άδειοι άνθρωποι», ενώ στην τέταρτη περίοδο (1927-1934) περιλαμβάνονται τα ποιήματα: «Το ταξίδι των Μάγων», «Ένα τραγούδι για τον Συμεών», «Animula», «Βράχος», κ.ά. Στην πέμπτη περίοδο (1935-1942) ανήκουν τα «Τέσσερα κουαρτέτα». Τα θεατρικά του έργα είναι τα «Φονικό στην εκκλησιά» («Murder in the Cathedral»), «Sweeny Agonistes», «Κοκτέιλ πάρτυ» κ.ά. Ως δημοσιογράφος και κριτικός έδωσε αξιόλογα δείγματα. Από το 1922 που ήταν εκδότης του περιοδικού «Κριτήριον» σκοπό είχε να δημιουργήσει μια θέση για τις νέες τάσεις της λογοτεχνίας και την κριτική. Στα δοκίμια και τις μελέτες ανήκουν: «Η παράδοση και το ατομικό ταλέντο», 1919, «Η χρήση της ποίησης και η χρήση της κριτικής», 1933, «Σημειώσεις για τον ορισμό της κουλτούρας», 1948, «Ποίηση και δράμα», 1951, κ.ά. Το 1948 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Πέθανε στις 4 Ιανουαρίου 1965.
(Πηγή βιογραφικών στοιχείων: biblionet.gr).