Η ξένη
Στην κοιλάδα των φτωχών βοσκών
στου έτους την αυγή,
στο πρωτοκελαήδημα των κορυδαλλών,
μία κοπέλα εμφανίστηκε, όμορφη και υπέροχη.
Στην κοιλάδα δεν είχε γεννηθεί
κανείς δεν ήξερε από πού ’χε ρθει,
[και όμως] τα ίχνη της γοργά είχαν χαθεί,
σαν το αντίο είχε πει.
Μακάρια η συντροφιά της,
σιμά της οι καρδιές ανθίσαν,
μα η υπερηφάνεια, η μεγαλοπρέπειά της
την οικειότητα εσβήσαν.
Μαζί της έφερε καρπούς και ανθούς,
ωριμασμένους σε διαφορετικούς αγρούς,
κάτω από ένα άλλο φως του ήλιου,
σε μία φύση χαρωπή.
Για όλους είχε και μία δωρεά,
έναν καρπό ή έναν ανθό,
για τον νέο και τον γέρο με τη μπαστουνιά,
ο καθείς με δώρο επέστρεφε στο νοικοκυριό.
Ευπρόσδεκτοι ήσαν οι επισκέπτες όλοι,
μα σαν σίμωσε ένα ερωτευμένο ζευγάρι,
τα καλύτερα δώρα τού χάρισε,
τα άνθη με τη μεγαλύτερη χάρη.
(Μετάφραση: Αντώνης Κερασνούδης)
Das Mädchen aus der Fremde
In einem Tal bei armen Hirten
Erschien mit jedem jungen Jahr,
Sobald die ersten Lerchen schwirrten,
Ein Mädchen schön und wunderbar.
Sie war nicht in dem Tal geboren,
Man wusste nicht, woher sie kam,
Doch schnell war ihre Spur verloren,
Sobald das Mädchen Abschied nahm.
Beseligend war ihre Nähe,
Und alle Herzen wurden weit,
Doch eine Würde, eine Höhe
Entfernte die Vertraulichkeit.
Sie brachte Blumen mit und Früchte,
Gereift auf einer andern Flur,
In einem andern Sonnenlichte,
In einer glücklichern Natur.
Und teilte jedem eine Gabe,
Dem Früchte, jenem Blumen aus,
Der Jüngling und der Greis am Stäbe,
Ein jeder ging beschenkt nach Haus.
Willkommen waren alle Gäste,
Doch nahte sich ein liebend Paar,
Dem reichte sie der Gabe beste,
Der Blumen allerschönste dar.
Σημείωση του μεταφραστή
Ποιος είναι αυτός που παρατηρεί από το δυσθεώρητο ύψος του λυρισμού του τα πράγματα; Πίσω από ποιόν νου κρύβεται η ρίμα που θέλγει συνεχώς την κοινή γνώμη στη διεκδίκηση του “ωραίου”; Σε ποιανού το πρόσωπο η πλήξη και η ανία εν καιρώ Βαϊμάρης μετουσιώνονται σε μινωϊκό λαβύρινθο και περιέργεια;
Για να αγγίξουμε έστω και στο ελάχιστο τον λυρισμό του Friedrich Schiller και τη φλόγα που έκαιγε μέσα του, πρέπει να περάσουμε μέσα από τα έπη του Ομήρου, τη Θεία Κωμωδία του Δάντη και να καταλήξουμε στην «Ωδή στη Χαρά», την ίδια που ενέπνευσε τον Ludwig van Beethoven. Ό,τι υπήρξε η τοιχογραφία του αρχαϊκού κόσμου για τον Όμηρο, οι πέτρινες ρίμες για το Δάντη, ήταν και η συμπυκνωμένη σε στίχους σοφία του σύγχρονου κόσμου για τον ποιητή, θεατρικό συγγραφέα και φιλόσοφο της αισθητικής Schiller. O «σιλλερισμός” κατόρθωσε να χαρίσει στον άνθρωπο όχι μόνο τα εντονότερα αρώματα του ευρωπαϊκού ρομαντισμού, αλλά και να εμποτίσει την ύπαρξή μας με το αίσθημα του μαζικού πεπρωμένου, της προσευχής στο ωραίο, της μόνης βωβής και κρυφής οδού για την προσέγγιση του ίδιου μας του εαυτού.