Μ’ απάντησες στο δρόμο σου, Ποιητή.
Ήμουν το πρωτολούλουδο του Απρίλη.
Η δίψα της αγάπης που ζητεί
σου φλόγιζε τη σκέψη και τα χείλη.
Ήμουν το πρωτολούλουδο. Κλειστή
τότε η πηγή των στοχασμών μου, εμίλει
μόνο η καρδιά μου αθώα και λατρευτή,
όταν το πρώτο βλέμμα μου είχες στείλει.
Με τον καιρό, τον πόθο σου σ’ εμέ
να φανερώσης σίμωσες. Ωιμέ,
είμασταν μια γενιάς παιδιά. Η καρδιά μας
Αγάπαε με το πάθος που ζητά
να πάρη, το αισθανθήκαμε φριχτά
και πήραμεν αλλούθε τη ματιά μας.
Η Μαρία Πολυδούρη ήταν ποιήτρια της νεορομαντικής σχολής από την Καλαμάτα. Γεννήθηκε την 1η Απριλίου του 1902 και ήταν κόρη του φιλόλογου Ευγένιου Πολυδούρη και της Κυριακής Μαρκάτου, μιας γυναίκας με πρώιμες φεμινιστικές ανησυχίες. Ανήκει στη λογοτεχνική γενιά του ’20, που καλλιέργησε το αίσθημα του ανικανοποίητου και της παρακμής. Ο έρωτας και ο θάνατος είναι οι δύο άξονες γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η ποίησή της.
Εμφανίστηκε στα γράμματα σε ηλικία 14 ετών με το πεζοτράγουδο «Ο πόνος της μάνας». Σε ηλικία 16 ετών διορίστηκε στη Νομαρχία Μεσσηνίας, κατόπιν διαγωνισμού, και παράλληλα εκδήλωσε ζωηρό ενδιαφέρον για το γυναικείο ζήτημα. Το 1920 έχασε σε διάστημα σαράντα ημερών τους γονείς της. Το 1921 μετατέθηκε στη Νομαρχία Αθηνών και παράλληλα γράφτηκε στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Στην υπηρεσία της γνώρισε τον συνάδελφο και ομότεχνό της Κώστα Καρυωτάκη και μεταξύ τους αναπτύχθηκε ένας σφοδρός έρωτας, που κράτησε λίγο, αλλά διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στη ζωή και το έργο της.
Το καλοκαίρι του 1926 πήγε στο Παρίσι για να σπουδάσει ραπτική, αλλά δεν πρόλαβε να εργαστεί, καθώς προσβλήθηκε από φυματίωση. Επέστρεψε στην Αθήνα το 1928 και νοσηλεύτηκε στο Νοσοκομείο Σωτηρία, όπου έμαθε για την αυτοκτονία του Κώστα Καρυωτάκη. Τον ίδιο χρόνο κυκλοφόρησε η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο «Οι τρίλλιες που σβήνουν» και το 1929 η δεύτερη, με τίτλο «Ηχώ στο Χάος». Η Μαρία Πολυδούρη έγραψε επίσης δύο πεζά έργα: Το «Ημερολόγιο» της και μια ατιτλοφόρητη νουβέλα, με την οποία ανελέητα σαρκάζει τον συντηρητισμό και την υποκρισία της εποχής της.
Πέθανε τα ξημερώματα της 29ης Απριλίου 1930, καταβεβλημένη από τη φυματίωση.