Η πληγωμένη Άνοιξη τεντώνει τα λουλούδια της
οι βραδινές καμπάνες την κραυγή τους
κι η κάτασπρη κοπέλα μέσα στα γαρίφαλα
συνάζει στάλα στάλα το αίμα
απ’ όλες τις σημαίες που πονέσανε
από τα κυπαρίσσια που σφαχτήκαν
για να χτιστεί ένα πύργος κατακόκκινος
μ’ ένα ρολόγι και δυο μαύρους δείχτες
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ’ρχεται ένα σύννεφο
κι οι δείχτες σα σταυρώνουν θα ’ρχεται ένα ξίφος
το σύννεφο θ’ ανάβει τα γαρίφαλα
το ξίφος θα θερίζει το κορμί της
(Από τη συλλογή του Μίλτου Σαχτούρη «Παραλογαίς» (1948) στο βιβλίο «Μίλτος Σαχτούρης: Ποιήματα – άπαντα: 1945-1998», επιμέλεια: Μαρία Σπανάκη, εκδόσεις Κέδρος, 2014)
Ο Μίλτος Σαχτούρης γεννήθηκε στην Αθήνα και ήταν γιος του δικαστικού και νομικού συμβούλου του κράτους, Δημητρίου Σαχτούρη και της Αγγελικής Παπαδήμα. Από το γένος του πατέρα του καταγόταν από την υδραϊκή οικογένεια των Σαχτούρηδων και ήταν εγγονός του αξιωματικού του πολεμικού ναυτικού Μιλτιάδη Σαχτούρη και δισέγγονος του ναυμάχου του ’21 Γιώργη Σαχτούρη. Όταν ήταν πέντε ετών, η οικογένειά του εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Αθήνα. Με την επίμονη προτροπή του πατέρα του, το 1937 άρχισε σπουδές νομικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1939 πέθανε ο πατέρας του και μερικά χρόνια αργότερα (1944), ο Σαχτούρης, αν και βρισκόταν στο τέταρτο έτος της Νομικής, έκαψε τα βιβλία που διάβαζε, αποφασισμένος να επιδοθεί αποκλειστικά στην ποίηση.
Το 1938 δημοσίευσε με το ψευδώνυμο Mίλτος Χρυσάνθης ένα διήγημα στο περιοδικό Εβδομάδα. Πρωτοέγραψε ποίηση την άνοιξη του 1941. Το 1948 εξέδωσε τις «Παραλογαίς». Ακολούθησαν πολλές ακόμη συλλογές με αποκορύφωμα τη συλλογή «Με το πρόσωπο στον τοίχο» (1952), που εκείνη την εποχή πούλησε πέντε αντίτυπα, αν και ήταν το καλύτερο έργο του. Τα πρώτα του ποιήματα αντιμετωπίστηκαν με χλεύη από εκπροσώπους της Γενιάς του ’30. Οι κριτικοί άρχισαν να δίνουν μεγαλύτερη προσοχή στο έργο του στις αρχές τις δεκαετίας του 1960. Τιμήθηκε με τρία βραβεία: Το 1956 με το Α’ Βραβείο του διαγωνισμού «Νέοι Ευρωπαίοι Ποιητές» της RAI για τη συλλογή του «Όταν σας μιλώ», το 1962 με το Β’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για τη συλλογή του «Τα Στίγματα» και το 1987 με το Α’ Κρατικό Βραβείο Ποίησης για το έργο του «Εκτοπλάσματα». Ο Σαχτούρης, αν και επηρεάστηκε από τον υπερρεαλισμό, διαμόρφωσε από νωρίς μια καθαρά προσωπική φωνή. Απεβίωσε στις 29 Μαρτίου 2005 στην Αθήνα.
(Με πληροφορίες από τη Wikipedia)