Ό,τι κι αν πεις
ό,τι κι αν κάνεις
θα ’ρθει καιρός
που θ’ αλλάξουν τα πράγματα.
Δε θα μασάει τις φλέβες ο καιρός
τα λόγια θα ’χουν ρίζες
κι άνεμοι τρεχάτοι θ’ ανοίγουν τις πόρτες
τα παράθυρα
σβήνοντας τις σιωπές
το κάρβουνο
τις μολυβένιες σκέψεις.
Ήσυχα θα κυλούν οι ποταμοί της οικουμένης.
Τα πουλιά δε θα γυρνούν
για να πεθάνουν στα χέρια των ανθρώπων
θα ’ναι τσαλακωμένοι οι φανοί
που φώτιζαν τις αλυσίδες
γύρω από χέρια και πόδια λαβωμένα
και τα παιδιά θα τραγουδούν
φορώντας χρώματα
πάνω σε φτερωτές χωρίς γρανάζια.
Άφοβα θα ’ρχονται τα ξωτικά
να μας χαϊδεύουν τα μαλλιά
να μας φιλούν το μέτωπο
άφοβα θα μπαίνει και το φως
στα δίχτυα των ματιών μας.
Θα ’ρθει καιρός
που οι ψυχές θα μιλούν
κι η βουή του κόσμου θα σωπάσει.
Ο Δημήτρης Α. Δημητριάδης γεννήθηκε το 1955 στο Τέμενος Παρανεστίου Δράμας και διαμένει στη Θεσσαλονίκη. Πρωτοδημοσίευσε κείμενά του στα «Επίκαιρα» και στον «Ταχυδρόμο» της Αθήνας. Συνεργάζεται με πολλά περιοδικά κι εφημερίδες λόγου και τέχνης, με λογοτεχνικές στήλες του διαδικτύου και με τις επιθεωρήσεις πολιτικής και πολιτιστικής παρέμβασης «Κοινωνική Επιθεώρηση» και «Πολίτες». Αντιπροσωπευτικά ποιήματά του περιλαμβάνονται σε πολλές ανθολογίες και συλλογικές εκδόσεις στα Γαλλικά, Ιταλικά, Πολωνικά και Αγγλικά. Έχει εκδώσει δεκαπέντε ποιητικές συλλογές, δυο βιβλία πεζού λόγου και τιμήθηκε για το έργο του από το Δήμο Θεσσαλονίκης και τον Σύνδεσμο Εκδοτών Βορείου Ελλάδος.
Φωτογραφία: eberhard grossgasteiger