Όπως γράφει ο φιλόλογος Άρης Ιωαννίδης στο schooltime.gr, για να προσεγγίσουμε καλύτερα τη σωστή γραφή της λέξης, θα ήταν σωστό να επιχειρήσουμε μία ιστορική αναδρομή στη χρηστική λειτουργία της. Εκτός, λοιπόν, από τη γνωστή σε όλους χριστιανική γιορτή, τα Θεοφάν(ε)ια υπήρξαν και γιορτή στους Δελφούς, κατά τη διάρκεια της οποίας φανέρωναν στους λάτρεις του θεού Απόλλωνα το άγαλμά του, ενίοτε και άλλων θεών.
Αργότερα, η λέξη κατέλαβε περίοπτη θέση στο λεξιλόγιο της θρησκείας μας, καθώς χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να δηλώσει το μυστήριο της ενανθρωπήσεως του Θεού, αλλά και την ίδια τη γέννηση του Χριστού, καθώς μάλιστα τα Χριστούγεννα είχαν διπλή ονομασία, γεγονός που επιβεβαιώνεται και από το ότι στις 6 Ιανουαρίου τιμούσαν κάποτε και τις δύο μεγάλες γιορτές. Κι αυτό μέχρι τον 4ο αιώνα, όταν οι δύο αυτές γιορτές πήραν τον δρόμο τους, καθώς πλέον τα Χριστούγεννα γιορτάζονταν στις 25 Δεκεμβρίου, ημέρα αφιερωμένη στον Θεό Ήλιο από τους εθνικούς. Από εκείνο το σημείο, λοιπόν, κι έπειτα άρχισε να χρησιμοποιείται η λέξη Θεοφάν(ε)ια για τη Βάπτιση του Κυρίου (εμφάνιση της Αγίας Τριάδος, εορτή των Φώτων), παράλληλα με τη λέξη Επιφάνια.
Διαβάζουμε στο Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής: Θεοφάνια τα [θeofánia] O40: η γιορτή της βάφτισης του Χριστού, τα Φώτα [λόγ. < ελνστ. ἡ Θεοφάνεια (γιορτή της γέννησης και της βάφτισης του Χριστού, κατά το παλιότερο ἡ Ἐπιφάνεια) > μσν. τα Θεοφάνια (γιορτή της βάφτισης του Χριστού), με αλλαγή γένους και αριθμού αναλ. προς το η Χριστού γέννα > τα Χριστούγεννα (πρβ. αρχ. τά Θεοφάνια ‘γιορτή στους Δελφούς, όπου έδειχναν αγάλματα θεών’)]. Δηλαδή, το Λεξικό δέχεται τη λόγια γραφή Θεοφάνεια, αλλά στο θηλυκό: Η Θεοφάνεια (όπως αναλόγως και η Επιφάνεια).
Αλλά και στο Λεξικό Ετυμολογίας του Γιώργου Μπαμπινιώτη διαβάζουμε τα εξής: «Διάφορες εορτές εκφέρονται σε πληθυντικό ουδετέρου, όπως συμβαίνει με τα Επιφάνια και τα Θεοφάνια (πβ. επίσης Ίσθμια, Πύθια, ακόμη και Χριστούγεννα). Επειδή οι λέξεις αυτές προέρχονται απευθείας από θέμα τού ρ. φαίνομαι και όχι από το αντίστοιχο επίθ. (επιφανής), είναι ορθό να γράφονται με -ι- (Επιφάνια, Θεοφάνια), πράγμα που τις διαχωρίζει από τα παράγωγα τού επιθέτου (π.χ. επιφανής – η επιφάνεια)».
Ετυμολογικά, επομένως, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η γραφή με -ει- δικαιολογείται (εν μέρει) ως δήλωση της ιδιότητας του επιθέτου «θεοφανής». Όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι πρόκειται για εορτή σε ουδέτερο γένος, οπότε και κρίνεται προτιμότερο να τηρηθεί η γραφή με – ι – (πβ. τα Πύθια, τα Ίσθμια).
Πηγή: schooltime