Μετράω τη μοναξιά με μίλια παλιών χωματόδρομων
φιγούρα άκομψη μισοσβησμένων σελίδων.
Γυρεύω ιστορίες Χριστουγέννων, αφορμή για χαρά.
Φαντάζομαι χιονάνθρωπους που λάθεψαν
και κατέβηκαν στην έρημο ψάχνοντας την καλή τους,
λιώνοντας κάθε φορά κι ένα κομμάτι τους απ’την έλλειψη.
Ψάχνω στο έλκηθρο του Αι- Βασίλη, κρυμμένα δώρα
από παιδικά χαμόγελα, ακούω φωνές που υμνολογούν
τα κάλαντα στην ξώπορτα του χθες…
Όλα είναι στις διαβασμένες σελίδες των χρόνων,
όπου γράφτηκαν τα παραμύθια που ζήσαμε,
στα κλαδιά του έλατου, που τρυπώνουν στις μνήμες.
Τρομάζω, καθώς βλέπω τα χέρια μου άδεια απ’ τις χειρονομίες,
την αγκαλιά μου θεόρατη να προσμένει πάντα,
τα χείλη στο κόκκινο να θυμίζουν φωτιά,
το βλέμμα να χάνεται στα μίλια με αγάπη!
Μα επιμένω… με τα χέρια ολάνοιχτα,
την ψυχή άχνη ζάχαρη,
τα λόγια βουτηγμένα σε μέλι καρδιάς,
να προσφέρουν στο Χρόνο, που θα ‘ρθει,
προσευχή απ’τη μέσα μας χώρα,
να ν’ Καλός, Τρυφερός, με Ελπίδες και Όνειρα
με το Φως που μας στέρησε,
με πολύτιμο δώρο την Υγεία του Αύριο!