Τόσο που κοίταξα το ποτάμι
τώρα ξέρω
αυτή η κίνηση δεν τελειώνει
κι όταν νεκρή πια τα λόγια μου
θα λένε άλλοι με άλλα λόγια
αυτό το ανείπωτο θα ρέει
και κανείς δε θα το λέει
κι όπως το είδα μια νύχτα
να παραμιλά μεθυσμένο
δεν το είπα σε κανένα
ούτε τότε στο βαθύ μωβ νερό
ήμουν το ψάρι
άκουγα και δε μίλαγα
καμακώνει το φεγγάρι
όποιον κοιτάει ψηλά
κι εγώ εντρύφησα στην ανυπακοή
με το πρώτο φως
μέχρι που έγινα βουνό
ανεστραμμένο το πρόσωπό μου περίμενε τον ήλιο
όπως το μωρό γυρεύει το γάλα
και μίλαγα τα άλλα
ενώ ήξερα αυτά
άντε να αποδείξεις πως πραγματικά
κανένα δε γνώρισες ποτέ σου
μα το κεφάλι μου γνωρίζει το σημαίνον
και η καρδιά το σημαινόμενο
κι ας μπερδεύονται καμιά φορά
κοιτώ αφ’ υψηλού την αυταπάτη
κι άλλη πλεκτάνη από την αγάπη δε μου έστησα
υπήρξα δίκαιη με τον εαυτό μου
γιατί
θέλει πολύ τάισμα η αρχή
για να φτιάξεις ένα τέλος
Η Μαργαρίτα Παπαμίχου είναι εκπαιδευτικός, εμψυχώτρια θεατρικού παιχνιδιού. Ποιήματά της έχουν δημοσιευθεί σε λογοτεχνικά περιοδικά.