Φωτογραφία: Markus Spiske
Επτά ανάσες πριν
I
Κάθε βράδυ σπάνε την καραντίνα
Στο υπόγειο μπαρ αγκαλιάζονται
φιλιούνται, φλυαρούν
Το άλλο πρωί ξεμέθυστοι μετριούνται
Λείπει ο Μarco, o Jose, η Αντιγόνη
II
Πατέρα, ελέησον αυτούς
που πήγανε αδιάβαστοι
σ’ έναν θάλαμο εντατικής
άκλαυτοι στα κενοτάφια
του Central Park
III
Ποιον άραγε γαβγίζουν τα σκυλιά
μέσα στη νύχτα;
Είναι οι νεκροί που επιστρέφουνε
στα σπίτια τους
για μια αγρύπνια καθώς πρέπει
VI
Μέρες πολλές στο παγοδρόμιο
στα φορτηγά ψυγεία
θαμμένοι σ’ ένα πάρκο
ομαδικά
προσωρινά
ολίγον τι στην επιφάνεια
V
Θέλει βάθος η ρίζα
να γίνεις κυπαρίσσι
Λιγνό μου στάχυ,
φέτος ο Χάρος
θερίζει απ’ τον χειμώνα
VI
Χθες είχαμε όνομα, επάγγελμα, ηλικία
Σήμερα γίναμε αριθμοί
Εκατόν ογδόντα, τετρακόσιοι πέντε, εξακόσιοι δώδεκα
χίλιοι διακόσιοι τριανταεπτά το τελευταίο εικοσιτετράωρο
VII
Πένθος για δέκα
Στην κηδεία μετρηθήκαμε και λείπανε
τα εγγόνια, τα ανίψια, οι φίλοι
οι συγγενείς, τα παιδιά από το συνεργείο
η παρέα του Σαββάτου, οι χορωδοί της ενορίας
πέντε-έξι κολλητοί απ’ το σχολείο, απ’ το στρατό
το καφενείο, η γειτονιά
VIII
Επτά ανάσες πριν
ζούσα -χωρίς να ξέρω-
τις τελευταίες μου στιγμές
έξι, πέντε, τέσσερα…
στο ένα ήρθε η μητέρα
σαράντα χρόνια πεθαμένη
νέα κοπέλα
εγώ υπερήλικο μωρό
Έξω απ’ τον θάλαμο
μου έβγαλε τη μάσκα
με φίλησε για καλωσόρισμα
εξαιρετικό!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Εμπνευσμένο από τις ημέρες!
Αποπνέει του θανάτου όλα τα αρνητικά συναισθήματα των ημερών! Μπράβο!!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο