Φωτογραφία: Afonso L. de Faria
Σε είδα από υποχρεωτική απόσταση… και σε «είδα» πραγματικά. Σήμερα στην ουρά, έξω από το φούρνο. Περιμέναμε να μπούμε. Δύο-δύο μπαίνουν μέσα, όχι όλοι μαζί. Μου έδωσες τη σειρά σου γιατί είδες ότι ήμουν έγκυος.
Μέχρι την Παρασκευή που μας πέρασε δεν το είχε δει ποτέ κανείς πουθενά… Σταμάτησα στο φανάρι. Είχα πράσινο, αλλά περνούσε ένας πεζός. Δεν πάτησα το γκάζι για να τον τρομάξω ούτε τον έβρισα. Απλώς φρέναρα και θυμήθηκα ότι όταν έδινα για δίπλωμα υπήρχε τέτοια ερώτηση. «Πότε έχει προτεραιότητα ο πεζός;». Η απάντηση ήταν «πάντα».
Μου χαμογέλασες και σου χαμογέλασα… Καθόσουν στα σκαλάκια του μαγαζιού σου. Είπαμε ένα γεια. Αυτό το «γεια» είχε λίγα δευτερόλεπτα παραπάνω από το γεια που λέμε όλο το χρόνο. Είχε τα δευτερόλεπτα που χρειάστηκε για να κοιταχτούμε στα μάτια. Πρώτα σε είδα, πρώτα με είδες και μετά είπαμε «γεια». Σε νιώθω τώρα όλη μέρα.
Σε «είδα». Πολύ προβληματισμένος ήσουν… Σου είπα ότι φοβάμαι και με άκουσες. Δεν μου φώναξες. Δεν γέλασες. Μου είπες ότι είναι λογικό. Και πως μαζί θα το περάσουμε κι αυτό. Ηρέμησα. Δεν σε αγκάλιασα, δεν κάνει. Αλλά ηρέμησα…
Δούλεψα το «σταθερό» στο σπίτι μου. Όπως τότε, στα όμορφα τα 80’s. Μαγείρεψα. Πολύ. Δεν έχω παραγγείλει εδώ και πόσες μέρες! Είδα πόσα πράγματα δεν μου λείπουν. Είδα για ποια στ’ αλήθεια ζω. Είδα να μη μπορείς να μ’ αγκαλιάσεις, να μη μπορώ να σ’ ακουμπήσω, να μη μπορώ να σε δω, αλλά να είμαστε πιο κοντά από ποτέ.
Ξέρω πως όταν τελειώσουν όλα αυτά, πάλι στα ίδια θα γυρίσουμε… Σιγά σιγά ή γρήγορα. Πάλι πολλοί, πάλι θυμωμένοι, πάλι χωρίς βλέμμα και όρεξη για επικοινωνία. Μα θα προσπαθήσω να θυμάμαι. Στο υπόσχομαι. Τα μάτια σου. Δεν τα είχα δει ποτέ. Τώρα που τα είδα θα προσπαθήσω να τα θυμάμαι, ακόμα κι όταν θα τα ξανακατεβάσουμε στην άσφαλτο…