Το BookSitting επέλεξε έντεκα ποιήματα και πέντε φωτογραφίες με θέμα τον χειμώνα.
Καθώς βαδίζει ο χρόνος… | Γιώργος Σεφέρης
Καθώς βαδίζει ο χρόνος
και προχωρεί ο χειμώνας
κι η τραχηλιά του κοκκινολαίμη
στρέφει στο πιο σκούρο
σαν τα κυκλάμινα –
(Από το «Τετράδιο Γυμνασμάτων Β΄», εκδ. Ίκαρος, 1976)
Ο χειμώνας… | Μαρία Λαϊνά
Ο χειμώνας είναι δροσερός
τα φαράγγια κατεβαίνουν από ψηλά
έως τον νότο και τη δύση.
Οι θίνες αλλάζουν
παρασύρονται
Δύο φορές τον χρόνο τις παίρνει ο άνεμος
τις πάει
κιόλας μακριά
γιατί περνάνε τα σύννεφα και ξέρεις
πηγαίνουν αλλού
δεν θα μείνουν εδώ
σαν κάποιος να κατοικεί αυτή την απέραντη χώρα
και να είναι τα πράγματα λίγα
ολοένα λιγότερα
Οι νομάδες γυρίζουν όταν πέφτει βροχή
τον χειμώνα·
τρώνε χουρμάδες
τα ζωντανά τους τρώνε κι αυτά·
με το ξύλο από τις φοινικιές φτιάχνουν κάτι
όχι πολύ
Σιγά σιγά το κλίμα απλώνεται
αφήνει τον ουρανό ελεύθερο
(Από τη συλλογή «Εδώ», εκδ. Καστανιώτη, 2003)

Τα κρύα μας ήρθαν και φέτος | Δημήτρης Τρωαδίτης
Τα κρύα μας ήρθαν και φέτος
με μια ανανεωμένη έπαρση
έπιασαν όλα σχεδόν τα καθιστικά
σε όλες τις πλαγιές του σώματός μας
περιφερόμενα σαν αδέσποτοι σκύλοι
γλείφοντας τα κόκκαλά μας
ρουφώντας τους υδρατμούς του κορμιού μας
την ώρα που ο εαυτός μας ολομόναχος
προσδοκούσε μια δική του ανάσταση
κι ήταν σαν να εκδράμαμε σε παραλίες
από χρόνια συνωστισμένες
από τουρίστες και γυρολόγους
ψάχνοντας τ’ απομεσήμερο μια γωνιά
κάτω από πλουμιστές ομπρέλες
ξωτικά της μέρας ολοφυρόμενα
σκιές που ξεχάστηκαν σε αρχαία θέατρα
υπό τις επευφημίες αόρατων θεατών
με συσκοτίσεις και ερημικούς αντίλαλους
με ρίγη από το πήγαιν’ έλα των άστρων
τα κρύα μας ήρθαν και φέτος
ψάχνοντας στα συρτάρια των άκρων μας
αφουγκράζοντας υποψήφιες αρρώστιες
των κατοπινών χρόνων
σταγόνες πόνου και φόβου εξακοντίζοντας
χτυπώντας σαν σκουριασμένα ξίφη
τα κρύα ευελπιστούν να μας δουν
ακρωτηριασμένους
ανέσπερους
χωρίς μυαλά κι ευκαιρίες παλινόρθωσης
τα κρύα μας ήρθαν και φέτος
βάζοντας τα μυαλά μας στην κατάψυξη.
(Από τη συλλογή «Λοξές ματιές», εκδ. Στοχαστής, 2019)
έχει καιρό απόψε | Έφη Καλογεροπούλου
κρατήσου γερά φώναξα
ρίχνω σκοινιά απόψε
άγκυρες κατεβάζω στα βαθιά
τη ζωή να δέσω
στρίβω τιµόνι στο κενό
τεχνάσµατα αρνούµαι
κράτα γερά
στα ύφαλα χυµάω
τους βυθούς σαρκάζω
στο τίποτα γελάω
κράτα γερά
η νύχτα είναι στα ανοιχτά
παγωµένος ο αέρας
λογχίζει
µέχρι να ξηµερώσει
µέχρι να ξηµερώσει
καθρέφτες ρίχνω στο νερό
σκοτάδι έχασα να βρω
ψάχνω
κι αυτό πού όνοµα δεν έχει
τροµαγµένο σπαρταρά
στην άκρη του καιρού
(Από τη συλλογή «Σκεύη ταξιδίου», εκδ. Ενδυμίων, 2008 )

Χειμώνας 1942 | Μανόλης Αναγνωστάκης
Ξημέρωσεν o δείχτης πάλι Κυριακή.
Εφτά μέρες
η μία πάνω απ’ την άλλη
δεμένες
ολόιδιες
σα χάντρες κατάμαυρες
κομπολογιών του Σεμιναρίου.
Μία, τέσσερις, πενηνταδυό.
Έξι μέρες όλες για μία
έξι μέρες αναμονή
έξι μέρες σκέψη
για μία μέρα
μόνο για μία μέρα
μόνο για μίαν ώρα
απόγευμα κι ήλιος.
Ώρες
ταυτισμένες
χωρίς συνείδηση
προσπαθώντας μία λάμψη
σε φόντο σελίδων
με πένθιμο χρώμα.
Μια μέρα αμφίβολης χαράς
ίσως μόνο μίαν ώρα
λίγες στιγμές
το βράδυ αρχίζει πάλι η αναμονή
πάλι μίαν εβδομάδα, τέσσερις, πενηνταδυό.
Σήμερα βρέχει απ’ το πρωί.
ένα κίτρινο χιονόνερο.
Τ’ απλά πεθύμησα… | Αλεξία Αθανασίου
Τ’ απλά πεθύμησα· τ’ ανθρώπινα·
να κάνουμ’ έρωτα κοντά στο τζάκι
(στη χόβολ’ ηδονές τριζοβολούν μαζί με κάστανα)
με τα φιλιά μας σοκολάτας να ’χουν γεύση και κονιάκ
κι αισθαντική, απ’ το ραδιόφωνο, ν’ ακούγεται η φωνή
του Sergio Endrigo
να ερμηνεύει το La rosa bianca.
Τ’ απλά πεθύμησα… τ’ ανθρώπινα…
μα Εσύ,
Αρρενωπός κι Αρματωμένος
-σαν το λαμπρότερο λάμποντας Κβάζαρ-
ανηφορίζεις τα σκαλιά απ’ τις Ραψωδίες της Ιλιάδος
κι απ’ τις επάλξεις των Τειχών της Τροίας,
των Αχαιών θαυμάζεις τα φλεγόμεν’ άρμενα
του Κόσμου μας το Χάος…
(Από τη συλλογή «Της Μουσικής και του Έρωτα», εκδ. 24γράμματα, 2019)

Δεκέμβρης | Θεοχάρης Παπαδόπουλος
Δεκέμβρης, συννεφιά κι αιθαλομίχλη
ψάχνω αιτίες που τα μάτια μου θαμπώνουν
το κρύο σαν μανδύας με τυλίγει
όνειρα μαύρα κάθε βράδυ με κυκλώνουν.
Κλείνω τα μάτια, μη φανεί που κλαίω
χιλιάδες μάτια με τρυπούν σαν με κοιτάνε
νύχτες λευκές με στήσουνε στον τοίχο
δύσκολες μνήμες επικίνδυνα ρωτάνε.
Ζαλίζομαι, παραπατώ και πέφτω
μέσα στου λήθαργου το μαύρο το μπουντρούμι
σαν πειρατής σε μπάρκο που βουλιάζει
πνίγω την έλλειψη σ’ ένα μπουκάλι ρούμι.
Αίθριος έρχομαι στις τσέπες καταιγίδες | Ε. Μύρων
μὲ τὰ ἐσώτερα παίζουμε κρυφτούλι.
ἀφήνω τὴν ὅραση στὴν ἄκρη νὰ πλατειάζει,
γεμισμένος μὲ ἀπουσία ὥς τὰ μπούνια
σ’ ὅλη τὴν ἀλφαβήτα γυρνάω ἀσκεπής
οὔτε στ’ ὠμέγα μὲ τὰ δύο κέρατα σκοντάφτω.
ἔχω τελικιάσει τὴ μοίρα στὴν ἀσφαλτοθάλασσα –
τυχὸν χειμώνας στὸ χαυνοτσίγαρο
εὐεργεσία.
καταμεσὴς σημαδεμένης τράπουλας
μὲ τὸ σῶμα γράφω κεραυνούς:
ποιός πυρομανὴς θεός
ἐπινόησε τὴν αἱματογραφία;
τὸ πάθος στή διαπασῶν
ὀρθοπεταλιὰ στὸ στήθος τοῦ χάους.
(Νοέμβριος, 2019)

Κτίρια τη νύχτα | Γιάννης Σγουρούδης
Κοίτα πως μαραζώνουν,
πέφτουν
πάνω από την πόλη,
σαν την εποχή
που βιάζεται να φύγει
Κι εμείς
γατζωμένοι στα σύρματα,
κάτω από τις φτερούγες μου
να σε ζεσταίνω.
(Δεκέμβριος, 2019)
Ιστορίες μιας νύχτας του χειμώνα | Νίκος Σουβατζής
Παγωμένα βλέμματα, παγωμένες καρδιές
Μέχρι κι ο χρόνος έχει παγώσει
Κάθε που ρωτάμε πότε θα ’ρθει η μέρα μας
μάς καταπίνει η σιωπή
Χλωμό φως, τι να κάνει μόνο του
απέναντι στο πιο βαθύ σκοτάδι;
Παγωμένα χέρια, ατέλειωτες νύχτες
Έρημοι δρόμοι, αδύναμες φωνές
Ζούμε περιμένοντας την άνοιξη
με τον Μάη πάντα στην καρδιά μας
Τα όνειρα σε χειμερία νάρκη
και η ζωή παλεύει να ανασάνει
Η αλήθεια μας απέναντι στο ψέμα τους
με το βλέμμα εκεί που δεν φτάνει το δικό τους
και τη μνήμη μας να απειλεί την αμνησία
Γύρω απ’ τη φωτιά μαζεύτηκαν άνθρωποι,
λένε ιστορίες του κόσμου που θα ’ρθει
και μια φωνή σιγοτραγουδά ένα τραγούδι
που λέει πως ο χειμώνας μοιάζει ατέλειωτος
γιατί μας κρύβουν τον ήλιο
(Από τη συλλογή «Χειμερινή ισημερία», ψηφιακή έκδοση, 2019)
No filter | Αλεξία Καλογεροπούλου
Στιγμές απ’ τις ζωές των άλλων
περνούν βιαστικά,
εμμονικά,
μπροστά στα μάτια μου.
«No filter» γράφουν·
αληθινές, αφτιασίδωτες.
Χειμώνιασε όμως πια,
νυχτώνει νωρίς,
και το φως της οθόνης με τυφλώνει.
Πώς να ’ναι άραγε
πραγματικά η ζωή;
(Δεκέμβριος, 2019)
Reblogged στις To Koskino.
Μου αρέσει!Μου αρέσει!